Μπήκε βιαστικός στην τάξη, καλημέρισε χαμογελαστά και σημείωσε στον πίνακα το θέμα: «Η γενιά του Ναρκισσισμού». Μας κοίταξε μετρώντας αντιδράσεις καί μοίρασε σχετικό άρθρο από τον ημερήσιο Τύπο, να το διαβάσουμε, για να αρχίσει η επεξεργασία. Ένιωθα την ανάγκη να διατυπώσω ερωτήματα για τον τίτλο, αλλά ο φιλόλογος μας πρόλαβε:
«Δεν ξέρω πόσοι γνωρίζετε, παιδιά, τη δημοφιλή ιστορία του Νάρκισσου από την ελληνική μυθολογία». Ένα δυό χέρια σηκώθηκαν, οι περισσότεροι φαίνεται να αγνοούσαν. Διηγήθηκε βιαστικά το μύθο, που ήθελε τον πρωταγωνιστή του θαμπωμένο από την ομορφιά του να καθρεφτίζεται στο νερό και να πεθαίνει από μαρασμό, εξαιτίας της ανικανοποίητης αυταρέσκειάς του.
«Έτσι μας κληροδοτήθηκε ο όρος ναρκισσισμός, η εμμονική συνήθεια της αυταρέσκειας, που μπορεί να καταλήξει σε πάθηση. Εδικά στις μέρες μας ο ναρκισσισμός εκτός από υπαρκτός, είναι και ψηφιακός», συμπλήρωσε.
«Δηλαδή, κύριε;».
«Κι όμως η λέξη με την οποία σχετίζεται, σας είναι τόσο γνώριμη: «Selfie» ή, ελληνιστί, αυτοφωτογράφιση. Το 2013 ανακηρύχτηκε από το αγγλικό λεξικό της Οξφόρδης λέξη της χρονιάς!».
Ένα δυνατό επιφώνημα και χαμόγελα έφεραν στο νου όλων μας τη διαδικασία με το τεντωμένο χέρι, να κρατά στη σωστή απτική γωνία το τελευταίας τεχνολογίας κινητό ή το tablet για τη λήψη φωτογραφίας και κατόπιν το ανέβασμά της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook, twitter κ.λπ.), αυξάνοντας ανάλογα την ποσότητα των “likes” που θα πάρει.
«Ε, καλά, αν το πάρουμε έτσι. Νάρκισσοι υπήρχαν πάντα, από την αρχαιότητα ως σήμερα, κύριε», διαμαρτυρήθηκε η πιο φανατική του είδους. «Σωστά. Μόνο πού το νερό της λίμνης, όπου άλλοτε πνίγηκε ο Νάρκισσος, έχει δώσει τη θέση του στο γυαλί της οθόνης, εξίσου θολό και παραπλανητικό, και η άλλοτε αθώα και αυθόρμητη φωτογραφία της στιγμής καταντάει διαγωνισμός δημοτικότητας και εντυπωσιασμού. Το ξέρετε, παιδιά, ότι κάθε εβδομάδα, περισσότερες από 17.000.000 selfies ανεβαίνουν σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, κυρίως από εφήβους;».
«Μα πρόκειται περί ναρκισσισμού ή νεανικής μόδας, κύριε, που θα περάσει;».
«Αξίζει να προβληματιστούμε, παιδιά. Στο κείμενο πού έχετε στα χέρια σας, σημειώνεται ότι οι διαταραχές πού προκαλούνται από τη μανία της εξαντλητικής αυτοφωτογράφισης και της on line υπερέκθεσης απασχολεί όλο και πιο συχνά τα ψυχιατρικά συνέδρια, με τους εδικούς να επιμένουν ότι τα δύο τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί εντυπωσιακά ο αριθμός των θανατηφόρων ατυχημάτων από selfies. Το φαινόμενο εντείνεται και δεν ατονεί. Μήπως λοιπόν είναι μια μορφή εθισμού, που πρέπει να προσεχθεί;».
«Υπάρχουν άραγε άμυνες; Πώς μπορεί κάποιος να το μετριάσει ή να ξεφύγει, αν το θελήσει, απ’ όλο αυτό;», συνεχίζονταν οι ερωτήσεις.
«Η φωτογραφία είναι τέχνη, ένας δημιουργικός τρόπος έκφρασης, ένα θαυμάσιο μέσο για να αποτυπώσουμε πολύτιμες στιγμές, όμορφες αναμνήσεις», ακούστηκε η διαπίστωση.
«Πολύ σωστά! Έχουμε λοιπόν συνειδητοποιήσει τους λόγους, για τους οποίους το κάνουμε; Είναι ένας ακόμα τρόπος για να τοποθετήσουμε το εγώ μας στο κέντρο του σύμπαντος;».
«Είναι κακό να ξέρεις αν είσαι αποδεκτός στην παρέα, στους φίλους, να μετράς, που λέμε;». «Εμένα μου στοιχίζει η απόρριψη και μάλιστα για την εμφάνισή μου», αλληλοσυμπληρώθηκαν οι ενστάσεις. Πολλοί έσπευσαν να συμφωνήσουν.
«Με βλέπουν, άρα υπάρχω; Η εξωτερική μας εικόνα ορίζει την ταυτότητά μας, και όχι οι πτυχές της προσωπικότητάς μας»; ρώτησε ὁ καθηγητής μας. Και συμπλήρωσε: «Καθένας είναι σημαντικός για τους άλλους γι’ αυτό που πραγματικά είναι, και όχι γι’ αυτό που φαίνεται, ή επιδιώκει να δείξει. Με ψευδαισθήσεις αποδοχής φοβάμαι ότι μόνο μοναξιά, θλίψη, εσωτερικό κενό θα εισπράττουμε».
Το χτύπημα του κουδουνιού μας διέκοψε, την ώρα μιας τελευταίας επισήμανσης: «Το ψηφιακό σύμπαν, που τα τελευταία χρόνια έχει εισβάλει όλο και πιο ανεξέλεγκτα στην καθημερινότητά μας, ας λειτουργεί στη ζωή μας συμπληρωματικά, χωρίς να υπερκαλύπτει την αληθινή ζωή και τις σχέσεις με τον εαυτό μας και τούς άλλους».
Το θέμα είχε ενδιαφέρον και ο φιλόλογός μας υποσχέθηκε να συνεχίσουμε.
Φ.