Για μια συνάντηση με τη ματιά Του…

 

Δεν ήταν μια συνηθισμένη ώρα Ιστορίας. Η ατμόσφαιρα είχε βαρύνει πολύ μέσα στην τάξη. Όλοι ήταν σε μεγάλη ένταση. Ευτυχώς χτύπησε στο μεταξύ το κουδούνι. Η καθηγήτρια πήρε την τσάντα της και βιάστηκε να βγει. Το ίδιο και οι μαθητές που ξεχύθηκαν σαν χείμαρρος στο διάδρομο. Η Ελένη με πόνο έσπευσε να σηκώσει την εικόνα του Χριστού από το πάτωμα, και με κινήσεις που δήλωναν ιδιαίτερη στοργή και τρυφερότητα προσπάθησε να την καθαρίσει και να την περιποιηθεί. Ήταν η αγαπημένη της.

Είχαν και στο σπίτι μια γωνιά με εικόνες, αλλά με αυτή την εικόνα που βρισκόταν πάνω από τον πίνακα της τάξης τους είχε μια ιδιαίτερη σχέση. Ήταν γιατί σ᾽ αυτή στρεφόταν αυθόρμητα για να ζητήσει φωτισμό και ενίσχυση, όταν έγραφε διαγώνισμα; Ήταν γιατί της άρεσε ιδιαίτερα σ᾽ αυτή η μορφή του Χριστού; Ούτε και η ίδια ήξερε να πει. Εκείνο που ήξερε ήταν πως, κάθε φορά που την αντίκριζε, αισθανόταν τη ματιά τού Χριστού γεμάτη στοργή να διαπερνά την ψυχή της και να τη γεμίζει με θαλπωρή, γλυκύτητα, σιγουριά και ασφάλεια.

Και όμως, πριν από λίγο αυτή η εικόνα τού Χριστού βρέθηκε στο πάτωμα. Είχαν μάθημα με τη φιλόλογο που ήρθε τελευταία στο σχολείο τους με την οποία, είναι αλήθεια, δεν αισθανόταν πολύ άνετα. Είχε κάτι παράξενο «η καινούργια», και στη ματιά και στη συμπεριφορά της. Όμως, ποτέ δεν φανταζόταν ότι, πέρα από τη δήλωση που τους έκανε ότι δεν πιστεύει στο Θεό, θα έφτανε και στο σημείο, σε κάποια στιγμή έντονης αντίδρασης, να πετάξει και την εικόνα στο πάτωμα.

Πάγωσαν όλοι στην τάξη κι απόμειναν να κοιτούν πότε την καθηγήτρια και πότε την κακοποιημένη εικόνα του Χριστού.

Ιδιαίτερη θρησκευτικότητα δεν είχε εκδηλώσει ποτέ κανείς τους. Ήταν όλοι τους παιδιά της εποχής, του facebook, των gadgets, της τεχνολογίας τελοσπάντων. Δεν θα πίστευε ποτέ κανείς πως ήταν και της εκκλησίας. Κι όμως, βαθιά μες στην ψυχή τους σιγόκαιγε η πίστη. Το καντήλι που άναψε με το άγιο βάπτισμα στα βάθη της καρδιάς τους, εξακολουθούσε να μένει αναμμένο μπροστά σε ό,τι όσιο και ιερό. Και αυτό το απέδειξε η συνέχεια…

Μετά το πρώτο δυσάρεστο ξάφνιασμα μια ιερή αγανάκτηση φούντωσε στην ψυχή τους. Ο Νίκος στο πρώτο θρανίο, ο πρώτος αντιδραστικός στην τάξη, ζωγράφησε στα γρήγορα ένα σταυρό πάνω σε ένα φύλλο χαρτί και το άφησε να γλιστρήσει μπροστά στην καθηγήτρια· έτσι, σαν μια αντίδραση στην προκλητική και βέβηλη ενέργεια.

Όμως και αυτό είχε την ίδια τύχη με την εικόνα. Η καθηγήτρια το πήρε, το έσκισε σε κομματάκια και το πέταξε στο καλάθι.

Και ενώ θα έλεγε κανείς πως όλα τελείωσαν εδώ, πριν τελειώσει το διάλειμμα, μια πρωτόγνωρη και συνεχώς αυξανόμενη κίνηση δήλωνε πως κάτι ιδιαίτερο συμβαίνει στο σχολείο. Στόμα με στόμα, τάξη με τάξη διαδόθηκε το νέο παντού. «Η καινούργια» πέταξε την εικόνα και έσκισε το σταυρό!» Η αγανάκτηση ξεχειλίζει. Μέσα σε λίγα λεπτά συγκεντρώνεται όλο το Λύκειο στο προαύλιο. Κάποιοι ξεκρεμούν τις εικόνες από τις τάξεις και σε λίγο αρχίζει μια ιδιότυπη λιτανεία σε όλο το χώρο του σχολείου. Περνούν απ᾽ τους διαδρόμους και φτάνουν έξω από το γραφείο των καθηγητών. Διαμαρτύρονται έντονα. Τελικά ο διευθυντής τους καθησυχάζει ότι δεν πρόκειται να ξανασυμβεί το γεγονός. Έτσι μαθητές και εικόνες επιστρέφουν στις τάξεις.

………………………………………….

Η Ελένη κάθεται και σήμερα στο θρανίο της ρίχνοντας για ακόμη μια φορά τη ματιά της στην εικόνα τού Χριστού. Οι ματιές τους συναντιόνται. Η δική της γεμάτη προσδοκίες, και η δική Του γεμάτη στοργή και αγάπη. Τώρα ξέρει περισσότερο από ποτέ ότι τίποτε δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο σ᾽ αυτή τη συνάντηση όχι μόνο της ματιάς της αλλά και της καρδιάς της με τον Χριστό. Και μαζί της το ζουν και το αισθάνονται και πολλοί άλλοι μέσα στο σχολείο τους.

                                                                                                               ία