22 Ιανουαρίου
Όσο κι άν ήταν βάρβαρη καί απολίτιστη παλαιότερα η Περσία, δέν έπαυε όμως νά περικλείει μέσα της καί ανθρώπους αγαθής διαθέσεως. Ψυχές πού δέχθηκαν τόν θείο λόγο, τή χριστιανική αλήθεια καί καρποφόρησαν. Πολύ περισσότερο ακόμη αξιώθηκαν από τόν Θεό νά αγωνισθούν γιά τήν πίστη τού Χριστού καί νά λάβουν τό ένδοξο στεφάνι τού μαρτυρίου.
Ένας τέτοιος ήταν καί ο Αναστάσιος, τού οποίου τό πρώτο βαρβαρικό όνομα ήταν Μαγουνδάτ. Μορφωμένος τήν εποχή εκείνη όσο λίγοι στή χώρα του, ασκούσε τό επάγγελμα τού μάγου, τό οποίο τού κληροδότησε ο πατέρας του Βάβ. Ως ιερεύς τών ειδωλολατρών, τελούσε τίς θρησκευτικές τελετές τους, προσποιούνταν ότι προέβλεπε τά μέλλοντα καί προέλεγε στούς ανθρώπους τό θέλημα τών θεών. Στήν πραγματικότητα όμως οι μάγοι ήταν θλιβερά όργανα τών πονηρών δαιμόνων, αισχροκερδείς καί απατεώνες.
Τό εκπληκτικό είναι ότι στό βάθος τής ψυχής ενός τέτοιου ανθρώπου υπήρχε καλοπροαίρετη καί αγαθή διάθεση. Κι όταν τού δόθηκαν οι κατάλληλες εξωτερικές συνθήκες, ανάνηψε από τόν λήθαργο, κατανόησε τήν πλάνη, στήν οποία βρισκόταν, δέχθηκε μέ ζήλο τήν αλήθεια καί τήν έζησε. Τά γεγονότα εξελίχθηκαν ως εξής: Υπηρετούσε ο Μαγουνδάτ στόν στρατό τού βασιλιά Χοσρόη τού Β΄, τόν καιρό πού αυτός πολέμησε εναντίον τών Βυζαντινών καί κατέλαβε τήν αγία πόλη Ιερουσαλήμ. Τότε μαζί μέ τά διάφορα λάφυρα μετέφερε ο Χοσρόης στήν Περσία θριαμβευτικά τόν τίμιο σταυρό τού Κυρίου ως τό πολυτιμότερο από όλα τά λάφυρα (614 μ.Χ.). Τό θέαμα αυτό εξέπληξε τόν νεαρό μάγο. Γιατί, σκέφθηκε, τόση τιμή σ’ ένα ξύλινο παλιό εκτελεστικό όργανο τών Εβραίων καί γιατί τόσος ο θρήνος τών Βυζαντινών γιά τήν απώλειά του; Ο πόθος νά πληροφορηθεί τήν αλήθεια είλκυσε τή χάρη τού Κυρίου. Αντιλήφθηκε ότι στήν περίπτωση αυτή κρύβεται κάποιο μεγάλο μυστήριο, τό οποίο αξίζει νά μάθει. Αργότερα βρίσκει τόν τρόπο. Όταν δηλαδή ο Περσικός στρατός βρισκόταν στή Χαλκηδόνα, αυτός δραπετεύει στήν Ιεράπολη καί εισέρχεται στόν χριστιανικό ναό τών Μαρτύρων. Εκεί μέσα απ’ όσα βλέπει καί ακούει γεμίζει αμέσως η ψυχή του από θαυμασμό πρός τούς Μάρτυρες τού Χριστού. Ποθεί καί ζητά νά τούς μιμηθεί. Πληροφορείται γιά τή ζωή καί τό έργο τού Σωτήρος Χριστού, τόν οποίο άρχισε νά αισθάνεται καί ως δικό του Λυτρωτή. Η καλοπροαίρετη ψυχή του δέχεται όλη τή θεία έλλαμψη καί ανακουφίζεται. Ένας ιερός πόθος τώρα διακατέχει τήν καρδιά του. Εκεί δηλαδή όπου ο Κύριος σταυρώθηκε, τάφηκε καί αναστήθηκε γιά χάρη μας, εκεί νά ταφεί καί νά αναστηθεί κι αυτός γιά χάρη τού Κυρίου μέ τό άγιο Βάπτισμα. Στήν Ιερουσαλήμ λοιπόν σέ λίγο δέχεται τό ιερό Μυστήριο καί γίνεται Χριστιανός μέ τό νέο του όνομα Αναστάσιος, πού υπενθυμίζει τή νέα του ιδιότητα καί τήν αναστημένη ζωή. Επτά χρόνια μένει στήν ιερή πόλη Καί μονάζει. Ασχολείται μέ τήν προσευχή, τήν ιερή μελέτη, τή γνώση τού θελήματος τού Κυρίου. Βγαίνει νέος ανθρωπος, αναστημένος φωτεινός. Δέν είναι μόνο ο λόγος τού αποστόλου Παύλου πρός τούς Εφεσίους: «ήτε ποτέ σκότος, νύν δέ φώς εν Κυρίω» (ε΄ 8). Είναι πραγματικότητα καί γιά κάθε Χριστιανό, ο οποίος αφήνει τό δρόμο τής πλάνης καί τής αμαρτίας καί ακολουθεί τό θέλημα τού Κυρίου. Φώς λοιπόν πού καταυγάζει τόν εσωτερικό τού κόσμο καί φώς πού ακτινοβολεί γύρω τού έγινε ο Αναστάσιος.
Άς προσθέσουμε όμως καί αυτό τό θαυμαστό. Ότι όσο περισσότερο ζεί τή χριστιανική ζωή, τόσο η ψυχή του ποθεί νά γνωρίσουν καί άλλοι τήν χριστιανική αλήθεια. Εγώ, σκέπτεται, έγινα αιτία γιά πολλούς μέ τή μαγεία μου νά μένουν στήν πλάνη καί τό αίσχος. Τώρα εγώ ο ίδιος φωτισμένος από τό φώς τού Χριστού έχω τήν ευθύνη νά συντελέσω στό φωτισμό τους. Γεμάτος από πίστη καί ζήλο έρχεται στήν Καισάρεια τής Παλαιστίνης, η οποία ήταν κι αυτή τότε υπό περσικό ζυγό. Διηγείται τόν παλιό του σκοτεινό βίο καί καλεί τούς ανθρώπους νά τόν ακολουθήσουν στό φώς. Συγκινεί καί φωτίζει μέ τό λόγο του καί τή ζωή του.
Δέν άργησαν όμως νά αντιληφθούν τή δράση του οι Πέρσες ειδωλολάτρες. Τόν συλλαμβάνουν καί τόν οδηγούν στόν διοικητή. Αυτός προσποιείται ότι δέν δίνει πολλή προσοχή στήν υπόθεση. Αντιθέτως διατάζει νά τόν αφήσουν αμέσως ελεύθερο, αρκεί ενώπιον ενός καί μόνο μάρτυρος νά αρνηθεί τόν Χριστό.
—Ποτέ! φώναξε ο Αναστάσιος. Αυτή η επιμονή του στή νέα πίστη ερέθισε τόν διοικητή, ο οποίος δίνει εντολή καί τόν μεταφέρουν στήν Περσία. Εδώ ακολουθεί μία νέα σειρά θαρραλέων ομολογιών τού Χριστιανού Ιεραποστόλου. Μέ ηχηρή όσο μπορούσε φωνή επαναλάμβανε τή διακήρυξή του: Πρίν ήμουν καταγώγιο δαιμόνων, τώρα είμαι τέμενος τού Χριστού, δοξάζω τόν Θεό. Πάρα πολλά οδυνηρά μαρτύρια εφάρμοσαν πάνω του οι μοχθηροί δήμιοι. Στό τέλος τόν έδεσαν, τόν κρέμασαν, τόν έπνιξαν καί τού έκοψαν τό κεφάλι. Η ψυχή τού μάρτυρα ανέβηκε στόν ουρανό καί καταγράφηκε ανάμεσα στούς μάρτυρες. Θά μπορούσε καί ο Αναστάσιος νά επαναλάβει θριαμβευτικά: Καί «εις εμέ εχαρίσθη τό υπέρ Χριστού, ου μόνο τό εις αυτόν πίστεύειν, αλλά καί τό υπέρ αυτού πάσχειν» (Φιλιπ. α΄ 29) καί αποθνήσκειν.
Πολλοί Έλληνες Χριστιανοί σήμερα έχουν τό τιμητικό όνομα τού Αναστασίου. Άς γνωρίσουν λοιπόν τόν άγιό τους κι άς φιλοτιμηθούν νά τόν μιμηθούν σ’ ό,τι θαυμάζουν από τή ζωή του. Τί άλλο καλύτερο από τό νά φροντίσουν νά γίνουν κι αυτοί τέμενος Χριστού! Νά γίνει δηλαδή η ψυχή τους καί η ζωή τους ναός ιερός, φωτεινός καί άγιος, στόν οποίο θά δέχεται νά κατοικεί καί νά αναπαύεται ο Χριστός μέ όλες τίς αρετές του, τίς χάριτες καί ευλογίες. Αυτό είναι καί η καλύτερη ευχή γι’ αυτούς.
«Αναστάσιος εν τραχήλω τόν βρόχον ως λαμπρόν όρμον ωραΐζεται φέρων».
Απολυτίκιον τού Αγίου. Ήχος α΄.
Τών Μαρτύρων τό κλέος καί οσίων τό καύχημα καί τόν θησαυρόν τής Περσίας, τόν σοφόν Αναστάσιον· τόν μέγαν αντιλήπτορα πιστών, τόν κήρυκα τής πίστεως ημών ταίς αγγελικαίς υμνωδίαις ευφημούμεν σε λέγοντες. Δόξα τώ δεδωκότι σοι ισχύν δόξα τώ σέ στεφανώσαντι· δόξα τώ ενεργούντι διά σού πάσιν ιάματα.
Από τό βιβλίο «Αθλητές Στεφανηφόροι»
Αρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη