Ο Άγιος Σπυρίδων γεννήθηκε και ανατράφηκε στην Κύπρο σε οικογένεια ποιμενική, κοντά σε ποιμένες και πρόβατα, σε ατμόσφαιρα αγνότητος και ευσεβείας. Για τη διανοητική του μόρφωση δεν φαίνεται να διακρινόταν. Τίτλους σπουδών και πτυχία πανεπιστημιακά δεν είχε να επιδείξει ο Σπυρίδων. Εκείνο, στο οποίο έστρεφε το μεγάλο του ενδιαφέρον και την προσπάθειά του, ήταν η μόρφωση του χαρακτήρα, ο αγιασμός της ψυχής. Ήταν γεμάτος από κάθε αρετή, την οποία του ενέπνεε το παράδειγμα του Σωτήρος Χριστού, στον οποίο προσπαθούσε να ευαρεστεί πάντοτε. Ήταν πράος, ταπεινός, σώφρων, πιστός και συνετός, αλλά και ανδρείος στις αντιξοότητες της ζωής.

Διότι η ζωή του Σπυρίδωνος δεν ήταν ξένη προς τον πόνο και τη θλίψη. Οικογενειακές ταλαιπωρίες και θάνατοι τον έκαναν να πονέσει πολύ. Μέσα όμως από αυτό το εξαγνιστήριο της ψυχής, που είναι ο πόνος, εξέρχεται περισσότερο πιστός και ενάρετος. Παρηγορείται με τη σκέψη της μέλλουσας ζωής, αλλά και με την πεποίθηση ότι ο Θεός θα κατευθύνει και τη δική του ζωή στο αγαθό. Έκπληκτοι τον παρακολουθούν τόσο παρηγορημένο , αλλά και τόσο εξαγνισμένο οι γύρω του Χριστιανοί. Βλέπουν περισσότερο τώρα στο πρόσωπό του τον Άγιο του Θεού, τον οποίο ο Κύριος ετοιμάζει για κάτι υψηλό και ανώτερο.

Και δεν είχαν άδικο. Διότι ο Θεός δεν άργησε να καλέσει τον Σπυρίδωνα και να τον κάνει ποιμένα λογικών προβάτων, ιερέα δικό του, ποιμένα ψυχών. Είχε άλλωστε όλα τα προσόντα, τα οποία το Πνεύμα το Άγιο διά τού αποστόλου Παύλου ζητά για τον άξιο ιερέα. Ήταν «ανεπίληπτος, νηψάλιος, σώφρων, διδακτικός, επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος». Είχε ακόμη και την «έξωθεν καλήν μαρτυρίαν» (Α΄  Τιμοθ. γ΄  2 καί εξής), η οποία φάνηκε και από τον βαθύ σεβασμό, τον οποίο έτρεφαν όλοι στο πρόσωπό του, αλλά και από τη γενική προτροπή όλων να δεχθεί τη χειροτονία του ιερέως. Κι αυτός με συγκίνηση βαθιά δέχεται την κλήση και κλίνει τον αυχένα ενώπιον του καλούντος Θεού. Αργότερα επι αυτοκράτορος Κωνσταντίνου τού Μεγάλου, όταν χήρευσε η επισκοπή Τριμυθούντος, κλήρος καί λαός ανεβάζουν στον επισκοπικό θρόνο τον Σπυρίδωνα. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει για τον νέο επίσκοπο νέα ζωή, νέα δράση, νέο μεγαλείο.

Γίνεται ο διδάσκαλος και ο φρουρός της χριστιανικής αληθείας και πίστεως. Αναστρέφεται όλους με θαυμαστή απλότητα και τους μεταδίδει από τους θησαυρούς της καρδιάς του, η οποία είναι γεμάτη από ιερό πόθο για τη σωτηρία των ανθρώπων. Οδοιπορεί, περιοδεύει την επαρχία του και διδάσκει τη χριστιανική αλήθεια με ζήλο πολύ, αλλά και χάρη. Το κύρος του μέσα και έξω από την επαρχία του είναι τεράστιο. Η Αγιότητά του και η σοφία «η άνωθεν κατερχομένη» (Ιακ. γ΄ 15) κοσμούν τον ταπεινό και ενάρετο Επίσκοπο. Μ’ αυτήν την άνωθεν σοφία μίλησε με θάρρος και με πειστικά επιχειρήματα και στην Α΄  εν Νίκαια Οικουμενική Σύνοδο (325) για να αποδείξει ότι η Αγία Τριάς αποτελεί μια και αδιαίρετη και ενιαία θεότητα.

Ο Άγιος Ιεράρχης έγινε και ο παρήγορος των θλιβομένων, ο προστάτης των πτωχών, ο ιατρός των ασθενών. Σ’ αυτούς διέθετε τα πάντα. Μοίραζε και το δικό του ακόμη ψωμί, ώστε ο ιερός υμνωδός να τον αποκαλεί «ρείθρον της αγάπης μη κενούμενον». Αλλά ο Θεός χάρισε ακόμη στον Άγιό του και θαυματουργική ικανότητα. Πολλά και ποικίλα είναι τα θαύματα, τα οποία επιτέλεσε ο Σπυρίδων όσο ζούσε, για να ανακουφίσει τους ανθρώπους, οι οποίοι με πίστη και ευλάβεια κατέφευγαν προς τον ιεράρχη τους. Πλούτησε σε έργα αγαθά. Έγινε το αντικείμενο του άκρου σεβασμού και της υιικής αγάπης του ποιμνίου του.

Αλλά ο Σπυρίδων, ο Άγιος, ο πράος και ταπεινός, ο μιμητής του Κυρίου, έφθασε πλέον σε ώριμα γηρατειά και έπρεπε «να αναπαυθεί εκ των κόπων του» και να απολαύσει «την γην των πραέων», τον Παράδεισο. Γι’ αυτό καί τόν κάλεσε ο Κύριος κοντά του στίς 12 Δεκεμβρίου τού 350. Μέ πόνο ψυχής, με λυγμούς τον ενταφίασε το πιστό ποίμνιό του και με ευλάβεια πολλή διεφύλαξε το ιερό λείψανό του. Ήδη το ιερό σκήνωμά του, το οποίο παρέμεινε θαυματουργικά ακέραιο, το κλείνει στους κόλπους της η Κέρκυρα και αποτελεί το σέμνωμα και το καύχημα του νησιού. Πλήθος πιστών συρρέουν στον ιερό ναό του Αγίου της Κέρκυρας και με προσευχές και με ιδιαίτερη Ακολουθία επικαλούνται τη μεσιτεία του Αγίου για τη θεραπεία των ασθενών. Και ο Άγιος επιτελεί ακόμη πλήθος θαυμάτων κάθε έτος αμοίβοντας την πίστη των Χριστιανών.

Ο Άγιος Ιεράρχης, ο θαυματουργός Σπυρίδων ας μεσιτεύει και για όλους μας, για να μας χαρίζει ο Κύριος την ποθητή υγεία του σώματος, αλλά και της ψυχής.

Στιχηρόν του Εσπερινού. Ήχος πλ. α΄.

Χαίροις Αρχιερέων κανών, τής Εκκλησίας αδιάσειστον έρεισμα, το κλέος των Ορθοδόξων, η των θαυμάτων πηγή, της αγάπης ρείθρον μη κενούμενον, φωστήρ ο πολύφωτος το του Πνεύματος όργανον, ο νούς ο θείος, ο πραΰς και ακέραιος, ο απλότητι αληθεί καλλυνόμενος. Άνθρωπε επουράνιε, επίγειε Άγγελε, του αμπελώνος εργάτα, ο του Χριστού φίλος γνήσιος, αυτόν εκδυσώπει ταις ψυχαίς ημών δοθήναι το μέγα έλεος.

Απολυτίκιον τού Αγίου. Ήχος πλ. α΄.

Της Συνόδου της πρώτης ανεδείχθης υπέρμαχος και θαυματουργός, θεοφόρε Σπυρίδων, πατήρ ημών. Διό νεκράν συ εν τάφω προσφωνείς και όφιν εις χρυσούν μετέβαλες. Και εν τω μέλπειν τας  αγίας σου ευχας Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σοι, Ιερώτατε. Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι διά σου πάσιν ιάματα.

Από το βιβλίο «Αθλητές Στεφανηφόροι» του Αρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη