Τιμάται στις 6 Δεκεμβρίου.

Είναι από τους πιο γνωστούς Αγίους της Εκκλησίας μας. Το όνομα του βρίσκεται στα στόματα αναρίθμητων πιστών, που ζητούν την βοήθεια και προστασία του. Ναοί αμέτρητοι έχουν κτισθεί προς τιμήν του. Πλήθη Χριστιανών σπεύδουν να τον τιμήσουν κατά την ετήσιο μνήμη του. Ρίγη συγκινήσεως σκορπά η εικόνα του στις λιτανείες που γίνονται προς τιμήν του. Ιδιαιτέρως τον τιμούν και τον ευλαβούνται οι ναυτικοί μας, οι οποίοι αποδίδουν στις προσευχές και μεσιτείας του πολλά θαύματα σωτηρίας τους από την αγριεμένη θάλασσα. Με τα ωραιότερα εγκώμια τον τιμά η Εκκλησία. «Θείον τής θειοτάτης Ιερωσύνης κανόνα»  τον ονομάζει ο υμνωδός. Και τον αποκαλεί μέγα Ποιμένα. Και προσκαλεί τους πιστούς να τον εγκωμιάσουν. Και να επικαλεσθούν «οι εν νόσοις τον ιατρόν, οι εν κινδύνοις τόν ρύστην, οι αμαρτωλοί τον προστάτην, οι πένητες τον θησαυρόν, οι εν θλίψεσι την παραμυθίαν, τον συνοδίτην οι οδοιπόροι, οι εν θαλάσση τον κυβερνήτην». Ανατολή και Δύσις τού αναγνωρίζουν υπέροχη θέση μεταξύ των Αγίων. Και του αξίζει η τόση τιμή. Και του πρέπουν τόσα εγκώμια. Διότι αναδείχθηκε νικητής σε όλη του τη ζωή. Και της Εκκλησίας υπέρμαχος αγωνιστής. Και της αγάπης και της φιλανθρωπίας θαυμαστή ενσάρκωση.

Στα Πάταρα της Λυκίας της Μ. Ασίας γεννήθηκε ο Νικόλαος γύρω στα 250 μ.Χ. Οι ευσεβείς και φωτισμένοι γονείς του είχαν την ευτυχία να γνωρίσουν τον Χριστό και να μεταδώσουν στην απαλή ψυχή του παιδιού τους την θεία αλήθεια. Άνθρωποι κοινωνικώς ανώτεροι και οικονομικώς ανεξάρτητοι φρόντισαν μαζί με την ευσέβεια να δώσουν στον Νικόλαο και μόρφωση κοινωνική και γραμματική. Και μεγάλωνε ο νέος και άρχιζε να σκορπίζει το άρωμα της ευσεβείας στο περιβάλλον του. Αλλά τον βρίσκει μια μεγάλη δοκιμασία. Στο άνθος τής ηλικίας του ο Θεός καλεί κοντά του και τους δύο γονείς του. Και έτσι ο νέος μένει μόνος, απροστάτευτος και ορφανός μέσα σ’ ένα περιβάλλον, όπου η ειδωλολατρία και η αμαρτία έδιναν τον τόνο και το χρώμα στη ζωή. Οι κίνδυνοι που τον περιβάλλουν είναι πολλοί. Η περιουσία που διαχειρίζεται μεγάλη. Τα μονοπάτια της αμαρτίας πολλά. Κινδυνεύει να παρασυρθεί, να ακολουθήσει κοσμική ζωή, να γλιστρήσει στο κακό. Όμως εδώ είναι η πρώτη του νίκη. Είναι τόσο βαθιά η ευσέβειά του, ώστε τίποτε από αυτά δεν τον επηρεάζει. Αντιθέτως χρησιμοποιεί την περιουσία του σε έργα αγάπης και φιλανθρωπίας, σε πράξεις ελεημοσύνης και φροντίδος για τους πτωχούς και στερούμενους. Τον θαυμάζουν οι Χριστιανοί για την σταθερότητά του και προσεύχονται να τον αξιώσει ο Θεός να υπηρετήσει την Εκκλησία. Οι προσευχές τους εισακούονται. Ο Νικόλαος αισθάνεται ισχυρή την κλίση πρός την ιερωσύνη. Και ο Θεός τον αξιώνει να σταθεί μπροστά στο θυσιαστήριο, λειτουργός και ποιμένας, οδηγός και εμπνευστής των Χριστιανών στην πνευματική τους ζωή.

Αγιότητα βίου, αφιλοκέρδεια, πίστη ισχυρή, ζήλος ιεραποστολικός, αγάπη προς όλους είναι τα γνωρίσματα τού νέου πρεσβυτέρου της Εκκλησίας των Πατάρων. Η φήμη του σύντομα απλώνεται ευρύτερα. Γίνεται γνωστός για την αγιότητα της ζωής του και τον ζήλο του υπέρ της πίστεως. Γι’ αυτό και δεν είναι παράδοξο, ότι μετά το θάνατο τού αρχιεπισκόπου Μύρων ο Νικόλαος εκλέγεται διάδοχός του και αναλαμβάνει τη διαποίμανση της περιοχής.

Από την υψηλή αυτή σκοπιά ο Νικόλαος επισκοπεί προς όλες τις κατευθύνσεις. Πολεμά την αίρεση, που θέλει να μολύνει τους πιστούς, αδιαφορώντας στις απειλές έπαρχων και διοικητών και αυτοκρατόρων ακόμη· οικοδομεί τους πιστούς στην αλήθεια και την κατά Χριστόν ζωή· τρέχει παντού, όπου υπάρχει πόνος και θλίψη, για να παρηγόρησει· ενισχύει τους πτωχούς· φροντίζει ιδιαιτέρως για τη νεότητα, που διατρέχει τόσους κινδύνους.  Είναι ένας φωτεινός οδηγός, που με το λόγο του και το παράδειγμά του φωτίζει, καθοδηγεί, εμπνέει. Καύχημα των πιστών στόχος των αιρετικών.

Στο θρόνο τής αυτοκρατορίας βρίσκονται ο Διοκλητιανός (284 – 304) και ο Μαξιμιανός (286 – 305). Κατά το διωγμό που κήρυξαν κατά του Χριστιανισμού, ο Νικόλαος συλλαμβάνεται από τους εθνικούς κυβερνήτες της επαρχίας, υποβάλλεται σε πολλές κακώσεις και μαζί με άλλους Χριστιανούς εγκλείεται στις φυλακές. Μένουν από τότε πάνω στο σώμα του τα στίγματα των κακώσεων. Υπομένει όμως τις κακώσεις και ταλαιπωρίες αδιαμαρτύρητα, ευλογώντας το όνομα του Κυρίου, ενώ οι πιστοί προσεύχονται εκτενώς για τον Άγιο ποιμενάρχη τους. Προσεύχονται να περάσει η τρικυμία και να έλθει η γαλήνη. Παρακαλούν τον Θεό να δώσει στην Εκκλησία χρόνια ειρήνης και Χριστιανούς βασιλείς να προστατεύουν την Ορθοδοξία. Και ο Θεός εισακούει τις προσευχές τους. Και ο χειμώνας περνά. Η άνοιξη έρχεται. Ο Κωνσταντίνος, ο πρώτος Χριστιανός αυτοκράτωρ, καταλαμβάνει τον θρόνο. Νέοι καιροί τώρα. Νέος άνεμος αρχίζει να πνέει γύρω από την πίστη. Ο Κωνσταντίνος διατάζει να απολυθούν οι φυλακισμένοι, να επανέλθουν οι εξόριστοι.

Ο Νικόλαος, καταβεβλημένος στο σώμα από τις ταλαιπωρίες, ακμαίος όμως στην ψυχή, αναλαμβάνει και πάλι τα υψηλά του καθήκοντα. Η είδηση ότι ο βασιλεύς θα συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο, για να πατάξει την καταστρεπτική αίρεση του Αρείου, αναθερμαίνει το φρόνημα των πιστών. Στη Σύνοδο παίρνει μέρος και ο Νικόλαος, υπερασπίζοντας με όλες του τις δυνάμεις την Ορθοδοξία και έτσι αναδείχθηκε αληθινά κανόνας πίστεως. Αφού επέστρεψε από τη Σύνοδο, συνέχισε μέχρι τα βαθειά γηρατειά του το έργο του, σκορπίζοντας παντού τους θησαυρούς της αγαπητικής καρδίας του. Και με τις ευαγγελικές αρετές και τα θαύματά του αναδείχθηκε βοηθός και προστάτης των πάντων. Σε πολύ μεγάλη ηλικία παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό. Αυτόν τον μέγα ποιμένα να τιμούμε αξίως, αλλά και να αγωνιζόμαστε να αντιγράφουμε τις αρετές του. Την πίστη του, την Αγιότητά του, την πραότητα και εγκράτειά του. Έτσι θα τιμήσει και εμάς ο Θεός. Το υποσχέθηκε: «Τούς δοξάζοντάς με αντιδοξάσω».

Από το βιβλίο «Από τή Ζωή τών Αγίων»

Αρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου