Ένα παιδί στο δρόμο του αγίου Λουκά
Ο άγιος Λουκάς έχει γίνει γνωστός για τα θαύματα που επιτελεί στις μέρες μας και σε μικρά παιδιά, πού οι γονείς τους καταφεύγουν στη μεσιτεία του. Αλλά και όσο βρισκόταν στη ζωή ο Άγιος, πατέρας άλλωστε τεσσάρων παιδιών πού έμειναν ορφανά από τη μητέρα τους, αγκάλιαζε με στοργή και με χαρά τα παιδιά πού συναντούσε στους τόπους της εξορίας του.
Δείγμα της σοφής στοργής και καλοσύνης του είναι και η ιστορία της μικρής Ιουλίας Ντμιτρίεβνα, που γιαγιά τώρα, θυμάται… [1]
Ήταν Φεβρουάριος του ’43, όταν τελείωσε η μάχη του Στάλινγκραντ. Η νίκη της Ρωσίας κατά του Άξονα είχε κριθεί. Δύο δεκαπεντάχρονα παιδιά, πάνω στον ενθουσιασμό τους, αποφάσισαν να φύγουν κρυφά για το μέτωπο, να γίνουν …κατάσκοποι, για να βοηθήσουν με τον τρόπο τους την πατρίδα τους, τη Ρωσία! Θα έπαιρναν μαζί τους ως διερμηνέα και την οκτάχρονη ξαδέρφη τους Ιουλία, πού γνώριζε πολύ καλά τα γερμανικά, αφού η γιαγιά της ήταν γερμανικής καταγωγής.
Διηγείται η μικρή Ιουλία:
«Φύγαμε χωρίς πολλές ετοιμασίες… Φτάσαμε στο σταθμό, ανεβήκαμε κρυφά σε μια πλατφόρμα… Παιδιάστικα πράγματα. Φτάσαμε στο σταθμό Κότλουμπαν. Σε αυτόν το σταθμό μας εντόπισαν οι περίπολοι, μας κατέβασαν από την πλατφόρμα και μας πήγαν στα επιτελεία».
Εκεί μετά την ανάκριση και επειδή ἡ Ιουλία είχε υπερασπισθεί ένα γερμανό αιχμάλωτο, οργισμένος ο κομισάριος[2], ενώ άφησε τα δύο αγόρια ελεύθερα, την Ιουλία είπε να τη στείλουν με το τρένο στο σπίτι της.
«Τι να έκαναν; Με πήγαν στο σταθμό, θυμάται η Ιουλία. Άρχισε ο βομβαρδισμός και ένα θραύσμα μου έσκισε το αυτί. Το αίμα έτρεχε ποτάμι. Βλέπουμε μπροστά μας ένα στρατιωτικό τρένο και μια γυναίκα γιατρό. Τρέξαμε προς αυτή. Με τράβηξε μέσα, περιποιήθηκε την πληγή και άρχισε να τη ράβει. Εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε το τρένο, τα ξαδέλφια μου ίσα που πρόλαβαν να πηδήξουν έξω…».
Το κοριτσάκι όμως δεν ήθελε να γυρίσει σπίτι του. Ήθελε να μείνει στο τρένο, να βοηθά τούς τραυματίες. Έφτασαν στο Κρασνογιάρσκ, όπου τελικά αποφασίστηκε να παραδοθεί στην αστυνομία. Εκεί θα την οδηγούσε η γιατρός. Τότε έγινε η μεγάλη συνάντηση με τον άγιο Λουκά τον αρχιερέα και χειρουργό:
«Πολύ με εντυπωσίασαν τα μάτια του, γεμάτα συμπόνια. Κι ακόμα ότι όλη την ώρα κοίταζε γύρω του, λες και φοβόταν πώς να, τώρα θα τον τιμωρήσουν για κάτι. Τον λυπήθηκα τόσο πολύ, πού είπα:
–Παπούλη, μήπως σε πονάνε τα δοντάκια σου;
Χαμογέλασε και είπε:
–Όχι, κοριτσάκι, δεν με πονάνε τα δοντάκια μου, κάτι άλλο με πονά…».
Ο Άγιος ανέλαβε ο ίδιος να την πάει στην αστυνομία, αφού κι εκείνος συχνά ως εξόριστος παρουσιαζόταν εκεί. Η μικρή δεν ήθελε να γυρίσει σπίτι της, γιατί ζήλευε τη μικρότερη αδελφή της και πληγωνόταν από τις περιποιήσεις πού της έκανε η μητέρα της. Ὁ Άγιος στο δρόμο τη ρωτούσε λεπτομερώς κρατώντας την απ’ το χέρι… Η μικρή τον εμπιστεύτηκε. Κι εκείνος απ’ την αρχή την είπε Γιούλοτσκα (μικρή Ιουλία).
Η Γιούλοτσκα όμως, όταν έφτασαν στην αστυνομία, δεν θέλησε να παραδοθεί και κρύφτηκε πίσω από τους θάμνους. Τότε ο Άγιος, αποφάσισε να την πάρει μαζί του στο νοσοκομείο. Έτσι η μικρή Ιουλία γνώρισε πώς ζούσε ο Άγιος, ο οποίος, ενώ είχε διοριστεί αρχιχειρουργός της περιοχής Κρασνογιάρσκ, ζούσε σε μεγάλη φτώχεια.
«Όταν πλησιάσαμε στο νοσοκομείο, διηγείται, είδαμε κάτι σκαλοπάτια πού οδηγούσαν στο υπόγειο. Καθώς κατεβαίναμε, υπήρχε ένα κουδούνι και μια ταμπέλα στον τοίχο: «Για τον σκουπιδιάρη χτυπήστε εδώ». Δηλαδή ο Άγιος ζούσε στο δωματιάκι του οδοκαθαριστή. Ένα μικρό δωμάτιο, τραπέζι, καρέκλα κι ένα ξύλινο κρεβάτι. Στη γωνιά είχε εικόνες, μπροστά τους άναβε το καντήλι…».
Της έκανε εντύπωση ο σεβασμός με τον οποίο ζήτησε την ευλογία του μια υπερήλικη νοσοκόμα. Ζήτησε κι εκείνη ευλογία. Ο Άγιος χάρηκε, έπιασε με τα χέρια του το κεφάλι της, το φίλησε κι έκανε το σημείο του σταυρού. Η μικρή ένιωσε εκείνη τη στιγμή πώς ὁ κόσμος φωτίστηκε! Ο Άγιος ανέθεσε τη φροντίδα της σε μια αδελφή νοσοκόμα.
Η μικρή θυμάται ακόμα με πόση καλοσύνη της μιλούσε, παρά τον κόπο του.
«Με ρωτούσε για τη μαμά, για τον μπαμπά. Κάποτε του είπα το εξής:
–Δεν είμαι φίλη με τη μαμά μου.
Αναστέναξε μόνο και είπε:
–Συμβαίνει…».
Σιγά σιγά η Γιούλοτσκα τακτοποιήθηκε στο νοσοκομείο, βοηθούσε σε μικροπράγματα. Έτρωγε μαζί με τον Άγιο, στο δωματιάκι του. Ο Άγιος της έμαθε να στρώνει το κρεβάτι της στρατιωτικά.
Όμως, η …μικρή νοσηλεύτρια ήταν αβάπτιστη. Τα χρόνια εκείνα από το καθεστώς απαγορεύονταν οι βαπτίσεις. Ο Άγιος φρόντισε να την ετοιμάσει για τη βάπτιση. Αφού τη ρώτησε αν το ήθελε πραγματικά, τη βάπτισε ὁ ίδιος. Της έβαλε και σταυρό στο λαιμό. Μετά όμως το καλοσκέφτηκε και είπε:
–Όχι, σίγουρα θα σου τον πάρουν το σταυρό. Να τον βάλεις στην τσέπη σου και να μην τον δείχνεις σε κανέναν.
Ο καιρός περνούσε, αλλά ἡ Γιούλοτσκα έπρεπε να γυρίσει στο σπίτι της. Γι’ αυτό, ο Άγιος κάθε τόσο, χωρίς να την πιέζει, τη ρωτούσε αν είχε αποφασίσει να γράψει στη μαμά της. Έτσι, κάποια μέρα η Γιούλοτσκα δεν άντεξε και έγραψε στους δικούς της. Μετά από μερικές μέρες ήρθε τηλεγράφημα: «Να έρθεις επειγόντως».
Έφτασε η ώρα του αποχαιρετισμού.
–Μόνο να μη με ξεχάσετε ποτέ, παρακαλά, είπε συγκινημένο το παιδί.
Κι ο Άγιος αποκρίθηκε:
–Τι λες, Γιούλοτσκα… Πώς να σε ξεχάσω, καλή μου; Να μη με ξεχνάς κι εσύ!
Τα μάτια του ήταν θλιμμένα. Φίλησε το κεφάλι της και είπε:
–Έχεις τούς δικούς σου!… Όλοι τους σε αγαπάνε πολύ.
Εκείνος, για την αγάπη του Χριστού, δεν είχε κανέναν δικό του. Δικό του είχε το καθημερινό μαρτύριο και τη θυσία για την αγάπη των ανθρώπων.
…………………….
Η Γιούλοτσκα τώρα είναι γιαγιά, πού χάρισε στον εγγονό της ό,τι πιο πολύτιμο είχε: τον βαπτιστικό της σταυρό, δώρο του Αγίου. Και τελειώνοντας τη συνέντευξή της στον ερέα π. Δημήτριο Σίσκιν, ο οποίος μας διέσωσε το περιστατικό, πρόσθεσε πώς ο άγιος Λουκάς για κείνη ίσως είναι ο πολυτιμότερος άνθρωπος στη γη. Η ίδια μεγάλωσε σε περιβάλλον μακριά από την Εκκλησία, ήθελε όμως να πάει στο Ναό, να εξομολογηθεί, να κοινωνήσει…
Και πράγματι, όπως δηλώνει ὁ π. Δημήτριος, «η Ιουλία Ντμιτρίεβνα ήρθε στη Λειτουργία, ξομολογήθηκε και την επόμενη μέρα κοινώνησε. Για πρώτη φορά σε όλη της τη ζωή».
Ο άγιος Λουκάς δεν την είχε ξεχάσει, όπως της είχε υποσχεθεί.
Λ.
[1] Οι πληροφορίες προέρχονται από το τρίτομο έργο του Σεβασμιωτάτου Αργολίδος Νεκταρίου (Αντωνοπούλου), ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΛΟΥΚΑ, τόμος α΄, σελ. 306-318, Ἐκδ. Πορφύρα, Αθήνα 2013.
[2] Στρατιωτικός επίτροπος του κομμουνιστικού κόμματος στη Ρωσία.