Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Ματθ. η΄ 28 – θ΄ 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η
28 Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ πέραν εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. 29 καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν λέγοντες· τί ἡμῖν καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; 30 ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. 31 οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. 32 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ὑπάγετε. οἱ δὲ ἐξελθόντες ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων· καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. 33 οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον, καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. 34 καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ Ἰησοῦ, καὶ ἰδόντες αὐτὸν παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ
1 ΚΑΙ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασε καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.
Στην ήρεμη ακροθαλασσιά της χώρας των Γεργεσηνών προσόρμισαν τη βάρκα τους οι μαθητές. Σ’ έναν καινούργιο τόπο θα έφερνε το μήνυμα της σωτηρίας ο Διδάσκαλός τους. Θα κήρυττε, θα έκανε θαύματα. Θα αφύπνιζε ψυχές, θα συγκινούσε, θα έσωζε…
Δεν πρόλαβαν όμως να πατήσουν στη στεριά κι άκουσαν στριγγιές κραυγές. Γύρισαν προς τα εκεί και τι να δουν. Δυό άνθρωποι αναμαλλιασμένοι, χειρονομούσαν έντονα και φώναζαν σκληρά: «Τι ημίν και σοι, Ιησού υιέ του Θεού;»
–«Τι δουλειά έχεις εδώ πέρα, Ιησού; Τι θέλεις από μας; Έχουμε μήπως πάρε – δώσε μεταξύ μας; Εμείς δε θέλουμε καμιά σχέση μαζί σου! Είσαι το Φως, ο Υιός του Θεού, εσύ, ενώ εμείς ξεβράσματα του σκότους. Όπου οι άνθρωποι μας θέλουν, Εσύ δεν έχεις θέση, κι όπου Εσύ πηγαίνεις, εμείς πρέπει να φύγουμε. Τι ήρθες και μας αναστατώνεις;»
Αυτά περίπου μ’ όλη τη θρασύτητα, μα και την αναγκαστική ειλικρίνεια έλεγαν οι δύο άνθρωποι. Μάλλον οι δαίμονες που τους είχαν κυριεύσει.
Κι ήταν αξιολύπητοι. Λίγα ξέφτια για ρούχα στο βρώμικο σώμα τους. Πληγές ανοιχτές εδώ, αίματα ξεραμένα εκεί. Σημάδια από αλυσίδες στα χέρια και τα πόδια. Μάτια ολοσκότεινα, αγριεμένα. Και στο βάθος τα μνήματα – από κει είχαν βγει, εκεί έμεναν…
Άνθρωπος δε φαινόταν άλλος. Ποιός να τολμήσει να πλησιάσει εκεί; Όταν το πράγμα έφτανε στο απροχώρητο, σήκωνε μάχη όλο το χωριό να τους συλλάβει και να τους δέσει. Χαμένος κόπος. Σε λίγο είχαν σπάσει τα δεσμά κι έτρεχαν πέρα – δώθε με άγριες κραυγές, άλλοτε απειλώντας κι άλλοτε καγχάζοντας. Έτσι το ’ξεραν όλοι. Στον τόπο εκείνο δεν έπρεπε να πλησιάζουν. Ήταν κίνδυνος!
Μέσα σε λίγες στιγμές, όμως, το σκηνικό έχει αλλάξει ολότελα. Η ευλογημένη συντροφιά των μαθητών είναι καθισμένη γύρω από το Διδάσκαλο. Ήρεμα συζητούν, τον ρωτούν, ακούν από το Άγιο στόμα Του λόγια που γαληνεύουν κι αναπτερώνουν την ψυχή, λόγια που ευωδιάζουν Θεία Χάρη. Κι ανάμεσά τους, κοντά στα πόδια του Κυρίου, – ναι, δεν είναι πλάνη – βρίσκονται καθισμένοι κι οι δύο πρώην δαιμονισμένοι.
Πόσο διαφορετικοί! Είναι ντυμένοι τώρα, ήσυχοι και αυτοκυριαρχημένοι. Η έκφρασή τους, σαν παιδική λες, το βλέμμα τους ξάστερο σαν το γαλανό ουρανό. Γαληνεμένοι.
Άλλοι άνθρωποι. Μάλιστα, απ’ την επόμενη κιόλας μέρα, μπορούμε να τους δούμε να γυρίζουν από χωριό σε χωριό και – αυτά τα χθεσινά θηρία – να κάνουν κήρυγμα για το Χριστό, για ό,τι ευγενικό, ανώτερο κι ωραίο.
Δυό κόσμοι. Τους βλέπετε; Σ’ όλες τις εποχές. Και σήμερα.
Απ’ τη μια μεριά, όσοι σε μεγαλύτερο η μικρότερο βαθμό έχουν γίνει θύματα του πονηρού, όσοι και όσο έχουν ανοίξει πόρτα στον άρχοντα του σκότους. Κύρια χαρακτηριστικά τους το πάθος κι ο παραλογισμός, η ταραχή, η αντικοινωνικότητα κι η καταστροφική μανία. Η κοινή γνώμη τους έχει ονομάσει «περιθωριακούς», δηλαδή ανθρώπους έξω από τη ζωή, που μόνο βάρος γίνονται στην κοινωνία. Κι έχουν πληθύνει τόσο ανησυχητικά οι τύποι αυτοί στις μέρες μας!… Αναρχικοί, χούλιγκανς, κάτι έξαλλοι τραγουδιστές, ναρκομανείς και τόσοι άλλοι ακόμη…
Όμως, υπάρχει – δόξα τω Θεώ – κι η άλλη όχθη. Είναι οι άνθρωποι που κρατούν μέσα τους τον Χριστό. Έργο κι αγώνα καθημερινό έχουν πώς να Τον πλησιάσουν πιο πολύ, πώς να Του μοιάσουν.
Είναι και «πρώην δαιμονισμένοι» εκεί. Μετανοημένοι κι αλλαγμένοι τώρα. Είναι και παιδιά που κάνουν εξαρχής σωστό ξεκίνημα στη ζωή τους. Σεμνά, ήρεμα, καλοφωτισμένα μα και δυναμικά, ευεργετικά, πραγματικά ευλογημένα. Όπως όλοι όσοι και ενόσω πλησιάζουν αληθινά το Χριστό και την Εκκλησία Του.
Δεν κάνουν θόρυβο, δε δημιουργούν εντυπώσεις στο πέρασμά τους. Σαν ηλιαχτίδες ήρεμα, απαλά, διαβαίνουν και φωτίζουν και θερμαίνουν και ζωογονούν.
Να ’ταν ο κόσμος όλος άνθρωποι του Θεού! Να μην υπήρχαν Γεργεσηνοί ανάμεσά μας που να διώχνουν το Χριστό! Να είχαν όλοι την απλή φώτιση να καταλάβουν ότι φεύγοντας Εκείνος, μένει έρημος ο τόπος για να ξαναγυρίσουν τα δαιμόνια… Ίσως και πιο πολλά…
Παιδιά, και τη δική σας ευτυχία θέλετε, και μια καινούργια, πιο σωστή κοινωνία σίγουρα ποθείτε. Καταλάβετέ το! Πέστε το και τριγύρω να το μάθουν όλοι. Μόνο με το Χριστό κοντά μας θα ημερέψουμε. Μόνο Εκείνος θα μας ασφαλίσει απ’ τα δαιμόνια που μας αναστατώνουν.
Καιρός να έλθουμε όλοι πιο κοντά στην Εκκλησία, να κάνουμε τις ψυχές μας πιο αγνές κι ολόφωτες. Καιρός ν’ αγωνισθούμε δυναμικά και ν’ αποκρούσουμε σθεναρά κάθε πρόσβαση του πονηρού στην κοινωνία και τη ζωή μας.
Καιρός να δώσουμε τα χέρια, να δουλέψουμε για τον τόπο τούτο, να καλέσουμε πειστικά, ενθουσιαστικά κι άλλους αδελφούς μας στον Χριστό, να κρατήσουμε τον Χριστό μ έ σ α στα όρια της καρδιάς μας και της Πατρίδας μας. Ελάτε! Ξεκινούμε!