Ερώτημα που λάβαμε:

Πώς μπορεί ένας Ορθόδοξος Χριστιανός να υπηρετεί στον στρατό και μάλιστα να πολεμά; Δεν αντιτίθεται στην διδασκαλία του Ευαγγελίου;

Η απάντηση της ιστοσελίδας μας:

Μετά την πτώση του ανθρώπου η αμαρτία, ο πόλεμος, οι μάχες, οι συγκρούσεις έγιναν συνώνυμα της ανθρωπότητας. Χιλιάδες χιλιάδων έχασαν την ζωή τους στα πεδία των μαχών. Χιλιάδες χιλιάδων αφαίρεσαν ζωές. Μια σκληρή πραγματικότητα που φέρνει εμάς τους Χριστιανούς μπροστά σε φοβερά διλήμματα. Θα πρέπει να συμμετέχουμε στο στρατό; Δεν αντιτάσσεται αυτό στην εντολή «αγαπάτε αλλήλους»;

Αναφορές για μάχες και εχθροπραξίες συναντούμε και στην Αγία Γραφή και μάλιστα εκεί ακούμε τον Θεό να δίνει εντολή και για συγκρότηση στρατού. Οι Ισραηλίτες, ο περιούσιος λαός, πολλές φορές βρέθηκαν αντιμέτωποι με γειτονικούς λαούς. Είναι γνωστή η μάχη με τους Αμαληκίτες όπου ο Μωυσής ύψωνε τα χέρια του και οι Εβραίοι νικούσαν και όταν κουραζόταν και τα κατέβαζε, οι συμπατριώτες του υποχωρούσαν (Έξοδος, κεφ. ιζ΄). Βλέπουμε τον Θεό να «επιτρέπει» τέτοιες βίαιες καταστάσεις, όμως για πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις και σοβαρούς λόγους. Ο βασικότερος είναι για την διασφάλιση και προστασία ενός λαού, ο οποίος θα έφερνε στον κόσμο τον Μεσσία. Επίσης μην ξεχνάμε ότι εκείνη η εποχή, η εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, ήταν πολύ πιο βάρβαρη και πρωτόγονη από τη σημερινή. Ο Θεός δεν ήταν ούτε είναι αίτιος αυτής της βίας αλλά μονάχα ο άνθρωπος που αμάρτησε και έφυγε από τον Παράδεισο.

Στην συνέχεια όμως της Ιστορίας έρχεται ο Χριστός για να σώσει τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει στην παραδείσια κατάσταση που είναι κοινωνία αγάπης. Με τη γέννηση του Χριστού οι άγγελοι δοξάζουν τον Θεό ο οποίος έφερε «ἐπὶ γῆς εἰρήνη». Ο καθένας πλέον αγωνίζεται να εφαρμόσει τις εντολές του Χριστού που μιλούν για αγάπη προς όλους ανεξαιρέτως και μάλιστα προς τους εχθρούς («ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμῖν, προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς» –  Λουκ. στ΄ 27-28) και όχι για φόνους και εχθρότητες. Βέβαια όσοι δεν ακολουθούν το Ευαγγέλιό Του, συνεχίζουν την καταστροφική πορεία της κακίας και του μίσους.

Έτσι δημιουργούνται τα εξής διλήμματα. Εφόσον ο Χριστός δίδαξε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αδέρφια, μπορεί ο Χριστιανός να χρησιμοποιήσει όπλο εναντίον κάποιου αδελφού του όταν αυτός του επιτίθεται; Από την άλλη, μπορεί να αφήσει την οικογένεια του, τους φίλους να σκοτώνονται από εχθρικές επιδρομές; Ο ίδιος ο Χριστός δεν είπε ότι όταν κάποιος μας χαστουκίσει, πρέπει να του στρέφουμε και το άλλο μάγουλο (Ματθ. ε΄ 39);  Τελικά τι στάση κρατούμε;

Ο χριστιανός ελεύθερα και χωρίς καταναγκασμό οφείλει να αγαπά τον κάθε άνθρωπο και να αγωνίζεται για το καλό του. Ο Χριστός μάς δίδαξε τον απόλυτο κανόνα συμπεριφοράς προς τους άλλους: να τους συμπεριφερόμαστε ακριβώς όπως θέλουμε να μας συμπεριφέρονται αυτοί (Ματθ. ζ΄ 12). Σε κάποια προσωπική διένεξη, μπορούμε να υπερασπιστούμε με νόμιμα μέσα το δίκαιό μας, με γνώμονα πάντα την αγάπη και την αλήθεια, ή να υποχωρήσουμε ακολουθώντας ακόμα καλύτερα το παράδειγμα Εκείνου. Όταν όμως καταπατάται ο σεβασμός στο ανθρώπινο πρόσωπο, στα ιερά και όσια της Πατρίδας μας, τότε έχουμε χρέος να τα υπερασπιστούμε με κάθε τρόπο. Σε αυτή την περίπτωση νόμιμης άμυνας η Εκκλησία θεωρεί δίκαιο τον πόλεμο. Έτσι εξηγείται γιατί ευλογεί τα όπλα των αγωνιστών, εύχεται υπέρ των ενόπλων δυνάμεων και συμμετέχει ενεργά στους εθνικούς και απελευθερωτικούς αγώνες. Άλλωστε, σε έναν τέτοιο πόλεμο υπερασπιζόμαστε την οικογένεια, τους φίλους, την πατρίδα μας, και όχι τον εαυτό μας εγωιστικά. Βέβαια ο φόνος σε καμία περίπτωση δεν παύει να είναι αμαρτία. Απλά στον δίκαιο πόλεμο είναι αναγκαίο κακό.

Επιπλέον, οι Χριστιανοί, ακόμα και στην ακραία περίπτωση του πολέμου, αντιμετωπίζουν τον εχθρό με άλλο τρόπο, παιδαγωγικό και όχι απάνθρωπο. Ας μην ξεχάσουμε το ύψιστο παράδειγμα που μας έδωσαν οι Έλληνες αγωνιστές του 1940, με την άψογη συμπεριφορά προς τους αιχμαλώτους εχθρούς, φτάνοντας ακόμα και σε θυσίες για αυτούς. Μας λέει ο Απόστολος Παύλος «ἐὰν οὖν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾷ, πότιζε αὐτόν» (Ρωμ. 12. 20). «Εάν λοιπόν πεινά ο εχθρός, δίνε του ψωμί και τροφή. Εάν διψά φέρε του νερό να πιει». Ο Χριστιανός πολεμά με αγάπη για την Πατρίδα του αλλά και με πόνο για την τραγικότητα του ανθρωπίνου γένους μετά την πτώση· αγωνίζεται με αίσθημα ευθύνης αλλά χωρίς μίσος και εκδικητικότητα. Ο στόχος του είναι να νικήσει η αλήθεια και το δίκαιο και όχι να εκμηδενιστεί ο εχθρός. Ο Χριστιανός προσεύχεται να μην γίνονται πόλεμοι και, αν συμβεί να συμμετάσχει ο ίδιος, δεν χαίρεται για τον πόλεμο· χαίρεται όμως να δίνει το αίμα του για την Πατρίδα.

Συμπεραίνουμε από τα παραπάνω ότι ο Χριστιανός οφείλει να εκπληρώνει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις για να υπερασπίζεται την πατρίδα του, δηλαδή μόνο με την προοπτική της άμυνας και την αποτροπή εχθρικής επίθεσης και σε καμία περίπτωση για την κατάκτηση και υποδούλωση άλλων λαών. Προσοχή όμως, η αφαίρεση ζωής για οποιοδήποτε λόγο παραμένει αμαρτία και χρειάζεται η μετάνοια και η συντριβή καθώς είναι σαφής η εντολή «οὐ φονεύσεις».