Η Κοίμησις της Θεοτόκου
Όπως είναι γνωστό, επάνω από το Σταυρό ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου (η παράδοση λέει ότι ήταν ο Aρχάγγελος Γαβριήλ) της το έκανε γνωστό τρεις μέρες πριν.
Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαίων, όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμηση της.
Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ήμερα από την εμφάνιση του αγγέλου, λίγο πριν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και περίμενε την κοίμηση της. Mαζί με τους Aποστόλους ήλθε και ο Aρεοπαγίτης Διονύσιος, ο Άγιος Iερόθεος ο διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Aπόστολος Tιμόθεος και οι υπόλοιποι θεόσοφοι Iεράρχες.
Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Eπειδή, κατά θείαν οικονομίαν, ένας από τους Aποστόλους (ο Θωμάς όπως λέει η παράδοση) δεν ήταν παρών στην κηδεία της Θεομήτορος, ζήτησε να ανοιχτεί ο τάφος ώστε να προσκυνήσει και αυτός το Σώμα της Θεοτόκου.
Έτσι, μετά από τρεις ήμερες, άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς.
Ο Άγιος Μάρτυς Ταρσίζιος, μαρτύρησε στη Ρώμη, σε πολύ νεαρή ηλικία, τον καιρό που ήταν αυτοκράτορες, ο Ουαλεριανός και Γαλιηνός (257 μ.Χ.). Ήταν μαθητής του Αγίου Ιερομάρτυρος Στεφάνου, επισκόπου Ρώμης, που η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του στις 3 Αυγούστου. Από μικρή ηλικία ο Ταρσίζιος, βοηθούσε τους Ιερείς στις λειτουργικές συνάξεις και γι΄ αυτό το λόγο, τα μαρτυρολόγια τον αναφέρουν ως «Ακόλουθο», που σημαίνει ακόλουθος-βοηθός των Ιερέων στο έργο τους. Το χαρακτηριστικό γεγονός με τον Ταρσίζιο έχει ως εξής: όταν είχε ξεσπάσει διωγμός κατά της Εκκλησίας εκείνα τα χρόνια, κάποια μέρα, εμπιστεύθηκαν στον Ταρσίζιο τα Τίμια Δώρα, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, για να τα μεταφέρει στους συλληφθέντες μελλοθάνατους χριστιανούς, που βρίσκονταν στις φυλακές.
Στο δρόμο, όμως, τον κύκλωσαν ειδωλολάτρες και του ζητούσαν επίμονα να τους παραδώσει αυτό που κρατούσε στο στήθος του. Ο Ταρσίζιος αρνήθηκε σθεναρά και τότε αυτοί τον ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου. Όταν όμως έσκυψαν για να πάρουν αυτό που κρατούσε ο Ταρσίζιος, διαπίστωσαν έντρομοι, ότι τα Τίμια Δώρα είχαν εξαφανιστεί θαυματουργικά και στα χέρια του νεαρού Αγίου ήταν μόνο το πανί που τα κάλυπτε. Οι χριστιανοί παρέλαβαν ευλαβικά το άγιο λείψανο του και το μετέφεραν στο κοιμητήριο (κατακόμβη) του τάφου του Αγίου Καλλίστου (στη Ρώμη), όπου μέχρι σήμερα δείχνουν το σημείο του τάφου του. Αργότερα ο επίσκοπος Ρώμης Δάμασος τοποθέτησε πάνω στον τάφο του, το έξης επίγραμμα: «… Ενώ ο Άγιος Ταρσίζιος έφερε τα μυστήρια του Χριστού, κάποιος με χέρι βέβηλο πήγε να τα μολύνει. Κείνος όμως προτίμησε να δώσει τη ζωή του, παρά να δώσει τοις κυσίν… τους θείους μαργαρίτες». Το παραπάνω κείμενο στηρίζεται στο Ρωμαϊκό μαρτυρολόγιο: ACTASANCTORUM. AUGUSTITOMUS III.
Πηγή: “Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας” του Χρήστου Δ. Τσολακίδη