Η Αντωνίνα ήταν μια χριστιανή παρθένος, η οποία αποτελούσε φωτεινό υπόδειγμα της κωμόπολης Καρδάμου. Η εγκράτεια, η αγνότητα, η πίστη και η ελπίδα στο Θεό ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά της ζωής της. Η βασική της ασχολία ήταν η περίθαλψη των ορφανών και η ανακούφιση των δυστυχισμένων συνανθρώπων της. Η διαγωγή της αυτή καταγγέλθηκε στον έπαρχο Φήστο, ο οποίος έδωσε διαταγή να την συλλάβουν και να την οδηγήσουν μπροστά του προκειμένου να την ανακρίνει. Κατά την ανάκριση, η Αντωνίνα ομολόγησε χωρίς δισταγμό ότι ήταν χριστιανή. Τότε, βλέποντας ο έπαρχος ότι δεν μπορούσε να την μεταπείσει και ότι η Αντωνίνα έδινε πολύ μεγάλη βαρύτητα στην παρθενική της τιμή, την έριξε σε ένα καταγώγιο διεφθαρμένων γυναικών. Η προσευχή, όμως, της Αγίας προκάλεσε τρομερό σεισμό σε αυτό το σπίτι, ώστε την έδιωξαν αυτές οι ίδιες οι γυναίκες. Ο Φήστος την συνέλαβε ξανά και την έριξε σε άλλο παρόμοιο καταγώγιο. Κάποιος, όμως, χριστιανός, που ονομαζόταν Αλέξανδρος, κατάφερε να μπει σ’ αυτό το καταγώγιο, να την βρει και να την φυγαδεύσει με δικά του αντρικά ρούχα. Όταν πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό ο Φήστος, εξοργίστηκε τόσο πολύ ώστε, αφού τους συνέλαβε και τους δύο, τους ακρωτηρίασε και άλειψε με πίσσα τα σώματά τους. Στη συνέχεια τους έριξε στη φωτιά, όπου μαρτυρικά παρέδωσαν το πνεύμα τους.
Διασκευή από το βιβλίο “Αγιολόγιο της Ορθοδοξίας” του Χρήστου Δ. Τσολακίδη