Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Μαρκ. η΄ 34 – θ΄ 1. Η διδασκαλία περί αυταπαρνήσεως

34 Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι. 35 ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ᾿ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου οὗτος σώσει αὐτήν. 36 τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; 37 ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ; 38 ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ μοιχαλίδι καὶ ἁμαρτωλῷ, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτὸν ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων. 1 Καί ἔλεγεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει.

Πλησίαζε ὁ καιρός τοῦ Ἀχράντου Πάθους Του. Σέ λίγες μέρες ὁ Κύριος θ’ἄφηνε τή Γαλιλαία καί θά ξεκινοῦσε μέ τούς δώδεκα μαθητές Του γιά τά Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ θά γιόρταζε τό τελευταῖο Του Πάσχα καί θά καθιέρωνε μέτό Τίμιο Αἷμα Του τό καινούργιο, Σταυροαναστάσιμο, Χριστιανικό Πάσχα. Θέλοντας μάλιστα νά δείξει ὅτι τά γεγονότα πού θά ἐπακολουθοῦσαν δέ θά ἦταν ἀτυχεῖς συμπτώσεις, ἀλλά δική Του θεληματική ἐπιλογή τοῦ σκληροῦ δρόμου, πού ὁδηγεῖ στή Νίκη, κάλεσε ὅλους ὅσους βρίσκονταν ἐκεῖ κοντά νά μαζευτοῦν, ν’ ἀκούσουν καθαρά τή διακήρυξή Του:

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸναὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι».

Ὅποιος πραγματικά θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, πρέπει προηγουμένως νά ξεχάσει τόν καλομαθημένο, νωθρό ἑαυτό του, πρέπει νά πάρει ἀπόφαση γιά δυσκολίες καί θλίψεις, νά εἶναι ἕτοιμος καί γιά θάνατο μαρτυρικό ἀκόμη, κι ἔτσι νά ’ρθεῖ ξοπίσω μου, ἀντιγράφοντας τό παράδειγμά μου.

«Ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν».

Ἄν κάποιος λυπηθεῖ τόν ἑαυτό του καί ἀρνηθεῖ τήν κακοπάθεια, τάχα γιά τό καλό του, νά ξέρετε ὄτι αὐτός θά ζημιωθεῖ· καί θά καταστραφεῖ. «Ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ… οὗτος σώσει αὐτήν». Ἐνῶ ὅποιος δέ λογαριάσει τή ζωή του καί θυσιασθεῖ γιά τό Ὄνομά μου, αὐτός πραγματικά θά ζήσει. Θά διατηρήσει τήν ψυχή του ἀκμαία, ἡγεμονική, ὁλόλαμπρη, εὐλογημένη ἀπ’ τό Θεό καί δοξασμένη γιά πάντα.

Ἄλλωστε, ἀναλογισθεῖτε: «τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;». Ποιά ὠφέλεια καί τί συμφέρον θά ἔχετε, ἄν κατακτήσετε ὅλο τόν ἐπίγειο κόσμο, χάνοντας τόν πνευματικό; «Τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;». Μέ τί θά μπορέσετε νά ἐξαγοράσετε τήν ψυχή σας; Ὅποιος, λοιπόν, τώρα στό στίβο τῶν ἀγώνων κάνει πίσω, καί θεωρήσει μειωτικό γι’ αὐτόν νά θυσιάσει τήν ἄνεση καί τ’ ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου, ὅποιος τυχόν νιώθει ντροπή ν’ ἀκολουθεῖ τή διδαχή καί τό παράδειγμά μου ἐπηρεασμένος ἀπό τή διάχυτη εὐδαιμονιστική νοοτροπία, αὐτός θά εἶναι ὁλότελα ξένος στή δοξασμένη Σύναξη τῶν ἁγίων τοῦ Παραδείσου.

«Καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν». Θά εἶναι ὁλότελα ἀταίριαστο καί ντροπή νά ἰσχυρισθεῖ τότε κανείς ὅτι εἶναι δικός μου, μαθητής μου, καί ὅτι ἀξίζει νά συγκαταλεχθεῖ μέ τούς νικητές καί μέ τούς Ἁγίους Ἀγγέλους. Ὡστόσο, προσέξτε κάτι ἀκόμη. Μή φοβηθεῑτε τίς δυσκολίες πού σᾶς περιγράφω. Μήν τίς νιώσετε σάν φορτίο ἀσήκωτο καί ἀποκρουστικό. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι χαρά, ἐνθουσιασμός καί θεία Χάρη. Πλούσια θά σᾶς δίνεται ἡ ἐνίσχυση. Ἀκαταγώνιστη καί ὑπερφυσική θά σᾶς χορηγηθεῖ ἡ δύναμη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἡ παρουσία Του κοντά σας ὅπου νά ’ναι φθάνει. Ἀρκετοί ἀπό σᾶς θά τό ζήσετε, θά τό δεῖτε. Θ’ ἀντικρίσετε «τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ», τήν Ἐκκλησία, μέ τίς πλούσιες εὐλογίες τῶν θείων Μυστηρίων «ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει» (νά ἔχει ἔλθει δυναμικά).

Πολλοί νέοι παραπονοῦνται σήμερα ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι δύσκολος καί δέν ἐφαρμόζεται. «Ὡραῖος, τέλειος», λένε, «ἀλλά ἄφθαστος». Ὁ Κύριος, κατ’ ἀρχήν, δέν τό ἀρνεῖται ὅτι ζητάει δύσκολα, πολύ δύσκολα πράγματα. Μάλιστα, προτοῦ καλά-καλά τό διαπιστώσουμε ἐμεῖς, μᾶς προλαβαίνει Ἐκεῖνος καί τό ξεκαθαρίζει. Σταυρό στόν ὦμο, ἀδιάκοπο ἀγώνα, ἄκαμπτη ἀντοχή στήν εἰρωνεία καί στίς ἀντιδράσεις τοῦ κακοῦ ἀπαιτεῖ. «Στενή» θά εἶναι «ἡ πύλη» καί «τεθλιμμένη ἡ ὁδός» (Ματθ. ζ΄ 14). Θά εἶναι στενή ἡ θύρα καί γεμάτος δυσκολίες καί πιέσεις ὁ δρόμος πού φέρνει στήν αἰώνια ζωή, προλέγει. Ἄλλωστε, ποιό καλό ὑπάρχει στόν κόσμο τοῦτο – καί μάλιστα μεγάλο – πού νά μήν προϋποθέτει κόπο, μόχθο καί θυσίες;

Ὡστόσο, τό κύριο πρόβλημα τῆς δυσκολίας δέν εἶναι ἐκεῖ. Βρίσκεται στή νωθρότητα καί πλαδαρότητα τῆς διαθέσεως τοῦ ἀνθρώπου. Βασίζεται σέ μιά ψεύτικη ἐκδοχή ζωῆς, πού θεωρεῖ τήν εὐτυχία συνυφασμένη μέ τήν ἄνεση καί τήν ἀπραξία. Μέ τέτοια, βέβαια, προϋπόθεση καί ὁ παραμικρός κόπος θά φαίνεται ἀσήκωτος καί καταθλιπτικός. Ὅταν ὅμως κάνουμε σωστή ἐκτίμηση τῶν πραγμάτων, ὅταν νιώσουμε πώς καθετί καλό, γιά νά κατορθωθεῖ, προϋποθέτει ἀγώνα, ὅταν κάποιο ἀνώτερο ἰδανικό μᾶς συναρπάσει καί μᾶς κινήσει σέ πόθο δυνατό γιά νά τό φτάσουμε, τότε ὁ κόπος ὄχι μόνο δέν μᾶς κουράζει, ἀλλά καί μᾶς εὐχαριστεῖ.

Ἕνα ἄθλημα τί κόπο, τί σκληρές προσπάθειες, τί λαχάνιασμα, τί ἱδρῶτες ἀπαιτεῖ! Κι ὅμως, πόσο εὐχάριστα παίρνουμε σ’ αὐτό μέρος! Γιατί ἀκριβῶς, μᾶς ἐνθουσιάζει.Ἡ ὡραιότητά του μᾶς γοητεύει τόσο, πού δέ νιώθουμε καθόλου τήν τραχύτητα τοῦ ἀγώνα πού ἀναλαμβάνουμε. Τό ἴδιο καί στήν πνευματική ζωή. Εἶναι δύσκολο νά σηκωθεῖς πρωί-πρωί καί μάλιστα ἡμέρα ἀργίας, τήν Κυριακή. Εἶναι κουραστικό νά στέκεσαι ὀρθοστασία ἐπί ὥρα  στή Θ. Λειτουργία.

Χρειάζεται ἔνταση προσοχῆς νά παρακολουθήσεις τά ὑψηλά νοήματα τῶν ἱερῶν κειμένων. Ἀκόμη περισσότερο ὑπεράνθρωπο σθένος σοῦ χρειάζεται ν’ ἀντέξεις τίς βάναυσες ἐπιθέσεις τῆς εἰρωνείας. Σέ αἱμάτινη πάλη κατεβαίνεις γιά τό ἱδανικό τῆς ἁγνότητας. Τιτάνια γίνεται συχνά ἡ ἀναμέτρησή σου μέ τούς πειρασμούς τοῦ κόσμου, τόν Πονηρό ἤ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό σου ἀκόμα. Ὡστόσο, ἄν ἔχεις ἐκτιμήσει τήν εἰρήνευση τῆς ψυχῆς, ἄν σ’ ἔχει αἰχμαλωτίσει ἡ διαύγεια τῆς ἁγνῆς ζωῆς, ἄν ἔχεις γευθεῖ τό γλυκασμό τῆς Θείας παρουσίας κοντά σου, τότε, οὔτε πού νιώθεις δυσκολία.

Προχωρεῖς! Ἄλλωστε, ὑπάρχει καί ἄλλο μυστικό, πολύτιμο ἐφόδιο γιά τόν ἀνήφορο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Εἶναι ἡ πλούσια θεία Χάρη, πού μᾶς συνοδεύει. Καθώς ἀγωνιζόμαστε, τή νιώθουμε νά διαπερνᾶ τά μέλη μας, νά μᾶς ἐμψυχώνει, νά μᾶς γεμίζει μέ δύναμη ὑπερφυσική, νά μᾶς ὁδηγεῖ – δίχως νά καταλάβουμε πῶς – στό τέρμα,στήν κορυφή. Ναί. Πρόκειται γιά ἕνα θαῦμα.

Ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» δέ διεκδικεῖται μόνο. Ἔρχεται πρός ἐμᾶς καί ἡ ἴδια. Ὅσο τήν πλησιάζουμε, τόσο κι αὐτή μᾶς πλησιάζει. Προτοῦ τήν κυριεύσουμε, μᾶς κυριεύει. Καί μάλιστα «ἐν δυνάμει». Μεταδίδει στίςψυχές τῶν ἀγωνιστῶν ὑπερφυή θεία Χάρη. Δίνει φτερά γιά νά «ὑπερνικῶμεν» (Ρωμ.η΄ 37) τίς δυσκολίες, νά ὑπερισχύουμε στίς ἀντιδράσεις, νά ὑπερβαίνουμε κάθε κόπο. Δίχως κανείς νά τό ἐλπίζει, νά… νικᾶμε! Στή μέση τῆς Σαρακοστῆς ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία συμπαραστέκεται στόν ἔντονο πνευματικό ἀγώνα τῶν παιδιῶν της.Ὑψώνει τό σύμβολο τῆς θυσίας, τόν Τίμιο Σταυρό. Σαλπίζει πάλι τίς καταστατικές ἀρχές τοῦ ἱεροῦ στρατεύματός της. Καί μᾶς καλεῖ νά συνεχίσουμε θαρρετά κι ἐνθουσιαστικά τά κοπιώδη, ἀλλά ὡραῖα ἀθλήματά μας. Τήν «ἄμωμη» νηστεία, τή θερμή προσευχή, τήν ἀστραπόμορφη ἁγνότητα, τή Λατρεία, τήν ἐλεημοσύνη καί τήν ποικιλότροπη θυσιαστική ἀγάπη. Σφιχτοδεμένοι, ρωμαλέοι στήν ψυχή, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ὁρμητικοί καί δυνατοί!

Νά κρατήσουμε πιό σφιχτά, πιό ἀποφασιστικά, τό σταυρό μας καί ν’ ἀκολουθήσουμεζωηρά, στόν ἀνηφορικό δρόμο, τά ἴχνη Του.