Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. η΄ 5-13
5 Εἰσελθόντι δὲ αὐτῷ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 6 Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. 7 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. 8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. 9 καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ᾿ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. 10 ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. 11 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, 12 οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. 13 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῳ· ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.
Ὁ σημερινός ἄνθρωπος θαυμάζει πολύ τή δύναμη καί τά ἐπιτεύγματα τῆς λογικῆς. Θά λέγαμε ὅτι λατρεύει τή λογική. Καί τήν τοποθετεῖ μπροστά ἀπ’ ὅλα.
Συχνά ὅμως κάνει ἕνα πολύ μεγάλο λάθος. Τή στρέφει μόνο πρός τά ὑλικά καί φαντάζεται ὅτι τάχα δέν ἰσχύει ἡ λογική στά πνευματικά. Τή μονοπωλεῖ πρόςτήν ἀπιστία καί αὐθαίρετα τή χαρακτηρίζει ἄσχετη καί ἀσυμβίβαστη μέ τήν πίστη.
Ἀλλά αὐτό εἶναι λάθος. Ἡ λογική εἶναι δύναμη πού μπορεῖ νά λειτουργήσει ἄνετα
– μᾶλλον ἰδανικά – στό χῶρο τῆς πίστεως. Καί νά θαυματουργήσει! Παρατηρῆστε τοῦτον τόν ἑκατόνταρχο τῆς Καπερναούμ, ὁ ὁποῖος «προσῆλθε» παρουσιάσθηκε μπροστά στόν Κύριο, καθώς Ἐκεῖνος ἐπέστρεφε ἀπό τήν ὁμιλία Του «ἐπί τοῦ ὄρους».
«Κύριε», τοῦ εἶπε. «Ὁ παῖς μου», ἕνας πολύ καλός δοῦλος μου, «βέβληται ἐν τῇ
οἰκίᾳ παραλυτικός». Ἔχει πέσει στό κρεβάτι ἀνήμπορος νά κινηθεῖ. Καί συνάμα σφα-
δάζει ἀπό τούς πόνους καί ὑποφέρει «δεινῶς», φοβερά, «βασανιζόμενος».
Μήν ἀνησυχεῖς, τοῦ ἀπάντησε ὁ Χριστός, «Ἐγώ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν». Νά,
τώρα ἀμέσως ξεκινῶ γιά νά ἔλθω στό σπίτι σου αὐτοπροσώπως καί θά τόν θεραπεύ-
σω τόν καλό σου δοῦλο.
«Κύριε», μίλησε πάλι, σάν ξαφνιασμένος, σάν τρομαγμένος, «ἀποκριθεὶς ὁ
ἑκατόνταρχος». Σεμνά, σεβαστικά, λακωνικά. «Οὐκ εἰμὶ ἱκανός». Δέν μπορῶ νά βα-
στάξω τέτοια τιμή. Θά ἔπρεπε νά ἤμουν Ἰουδαῖος, ἄνθρωπος τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ,
καί μάλιστα πολύ εὐσεβής καί πολύ σωστός, γιά νά ἄξιζα «ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην
εἰσέλθῃς» (γιά νά μπεῖς στό σπίτι μου) .
Ἀλλά σκέπτομαι ὅτι οὔτε καί χρειάζεται. Δέ σέ δεσμεύει Ἐσένα καμιά ἀνάγκη, κανέ-
νας ὅρος ἤ περιορισμός. Εἶσαι ὁ ἐκλεκτός τοῦ Παντοκράτορα Ἐσύ. «Μόνον εἰπὲ λόγῳ».
Ἕνα λόγο, μιά ἁπλή διαταγή χρησιμοποίησε καί αὐτό σίγουρα ἀρκεῖ. «Ἰαθήσεται ὁ
παῖς μου». Τό πιστεύω, θά θεραπευθεῖ!
Ἄλλωστε, παίρνω παράδειγμα κι ἀπ’ τή δουλειά μου. Ἐγώ, μολονότι «ἄνθρωπός
εἰμι», ἁπλός καί ἀδύναμος, καί μάλιστα «ὑπὸ ἐξουσίαν», μέ ἄλλους πάνω ἀπ’ τό κεφά-
λι μου, ὡστόσο μέ διαταγές διεκπεραιώνω τίς ὑποχρεώσεις μου καί ξέρω ποιά δύναμη
ἔχει ὁ λόγος. «Λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καί πορεύεται, καί ἄλλῳ, ἔρχου, καί ἔρχεται».
Σύμφωνα μέ ὅποια ἐντολή δώσω στούς στρατιῶτες μου, ἔτσι αὐτοί ἐνεργοῦν.
«Καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ»! Τό ἴδιο καί μέ κάποιο δοῦλο μου.
Ἕνα λόγο λέω, κι αὐτός ὁ λόγος γίνεται ἀμέσως πράξη.
Πολύ περισσότερο, λοιπόν, Ἐσύ, πού βρίσκεσαι ὑπεράνω ἀπό κάθε ἐξουσία,
μπορεῖς νά πεῖς ἁπλῶς μιά λέξη, μιά ἐπιθυμία σου νά ἐκφράσεις μόνο, καί αὐτή θά
πραγματοποιηθεῖ!
«Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς» αὐτά τά λόγια τοῦ ἑκατοντάρχου, αὐτή τή σφιχτοδεμένη «στρατιωτική» του λογική, τή γεμάτη πίστη, «ἐθαύμασε», ἐντυπωσιάσθηκε, «καί εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν·
ἀμὴν λέγω ὑμῖν», σᾶς διαβεβαιώνω, ὅτι, «οὐδέ ἐν τῷ Ἰσραήλ τοσαύτην πίστιν εὗρον». Τέτοια ξεκάθαρη καί συνεπή, δυνατή πίστη δέ βρῆκα οὔτε στούς Ἰσραηλίτες, πού θεωροῦνται φωτισμένος καί ἐκλεκτός λαός τοῦ Θεοῦ! «Λέγω δὲ ὑμῖν», σᾶς πληροφορῶ, «ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσι», θά φθάσουν ἀπ’ τά πέρατα τοῦ ὁρίζοντα, τά πιό ἀπίθανα μέρη, ξένοικαί ἄγνωστοι ἄνθρωποι, «καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ», θά
καθίσουν λαμπροί συνδαιτυμόνες στό ἴδιο πανηγυρικό πνευματικό τραπέζι μέ τούς
Πατριάρχες, «ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
Ἀξίζει νά ἐπιμείνουμε καί νά προσέξουμε τήν αὐστηρή λογική συνέπεια, τήν τετρα-
γωνική σκέψη τοῦ ἑκατοντάρχου. Πῆρε ὡς βάση τό ἀναμφισβήτητο δεδομένο, ὅτι ὁ Κύριος ἐπιτελεῖ κάθε λογῆς θαύματα μέ κάθε εὐκολία. Ὅτι εἶναι ὁ Ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ καί χειρίζεται τήν ἐξουσία τοῦ Παντοδυνάμου. Ἀφοῦ, λοιπόν, αὐτό ἰσχύει, σκέφθηκε, ἄρα μπορεῖ καί ἀπό μακριά
καί μ’ ἕνα ἁπλό λόγο, μπορεῖ νά θεραπεύσει χωρίς ἐπιτόπια μετάβαση τόν ἄρρωστο
δοῦλο.
Καί ἡ συλλογιστική του αὐτή ἀποδείχθηκε τόσο ἄψογη, τόσο ἀληθινή! Δικαιώθηκε
καί ἀμείφθηκε. Τόσο μέ τόν λαμπρό, δημόσιο ἔπαινο, ὅσο καί μέ τήν ποθητή θερα-
πεία.
Ἡ λογική, λοιπόν, εἶναι δύναμη. Ἀλλά ζητάει γραμμές γιά νά κινηθεῖ, συντεταγμένες
γιά νά ἐκφρασθεῖ καί ν’ ἀξιοποιηθεῖ. Εἶναι προβολέας, πού μπορεῖ νά φωτίζει μπρο-
στά, στό δρόμο τῆς ζωῆς μας, ἀλλά καί νά ὁδηγεῖ σέ παραλογισμούς, πού φαινομενικά
νά παρουσιάζονται σάν λογικοί.
Μέ τή λογική μπροστά, ὁ ἄπιστος ἐκτραχηλίζεται στό στραβό μονοπάτι πού διάλε-
ξε, τῆς καταστροφῆς. Μέ τή λογική – φωτισμένη κι ἐξαγιασμένη – ὁ πιστός ὑψώνεται,
μάχεται γιά τούς εὐγενεῖς σκοπούς του, αἰσιοδοξεῖ.
«Ὁ πληθυσμός τῆς γῆς ξεπέρασε τά πέντε δισεκατομμύρια κι αὐξάνει γεωμετρικά»! κραυ-
γάζουν μέ ἀπόγνωση οἱ μή πιστοί. «Τί θ’ ἀπογίνουμε; Πῶς θά τραφοῦμε; Λίγη λογική»!
«Αὐτό ἀκριβῶς», ἀπαντοῦν οἱ πιστοί. «Λίγη λογική. Πῶς τρέφονται μέχρι σήμερα,
κι ἄν τό θελήσουν νά συνεργασθοῦν μέ ἀγάπη οἱ ἄνθρωποι, κανείς δέν πεινᾶ; Πῶς ἡ
γῆ καρποφορεῖ ἀσταμάτητα καί τρέφει μῆνες καί χρόνια τόν ὑπάρχοντα πληθυσμό; Ὁ
Πανάγαθος Θεός, πού δημιούργησε καί διακυβερνᾶ τόν κόσμο, πού Αὐτός πληθαίνει
κατά τό Ἅγιο θέλημά Του τούς ἀνθρώπους, Αὐτός θά χορηγήσει καί αὔριο, ὅπως δίνει
καί σήμερα τήν ἀναγκαία τροφή».
«Λίγη λογική», ἐπιμένουν στό λαθεμένο δρόμο τους οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου. «Μιά
φορά μονάχα ζοῦμε! Πρέπει νά γλεντήσουμε»! Καί οἱ πιστοί ἀπαντοῦν νηφάλια. «Ναί,
μιά φορά μονάχα ζοῦμε! Εἶναι λογικό νά φερθοῦμε ἀνεύθυνα ἀπέναντι στή μοναδική
αὐτή εὐκαιρία; Εἶναι λογικό νά διακινδυνεύσουμε τήν αἰωνιότητα μέ ἀπερισκεψίες τῆς
στιγμῆς;»
«Ἡ ζωή εἶναι σκληρή»! βρυχῶνται οἱ ὑλιστές»! «Ἁπλή λογική. Γιά νά ἐπιζήσουμε
θά γίνουμε κι ἐμεῖς σκληροί»! Καί οἱ Χριστιανοί ἀντιτείνουν, «Ἁπλή λογική, ἄνθρωποι!
Ἄν γίνουμε σκληροί, πῶς θά ἐπιζήσουμε; θά γίνει ζούγκλα ἡ κοινωνία, δέν τό σκέ-
πτεσθε; Ἡ καλοσύνη καί ἡ ἀνθρωπιά, πού ἐμπνέει ὁ Χριστός, αὐτά καί μόνο θά μᾶς
σώσουν»!
Λέμε, λοιπόν, «ναί» στή λογική. Ἀλλά τήν ὑγιή, τή νηφάλια, τή σωστά προσανατο-
λισμένη. Τή λογική τῆς πίστεως, πού λειτουργεῖ ὡς ἀλάνθαστη πυξίδα στή ζωή, πού
πάντοτε εὐεργετεῖ τόν ἄνθρωπο, πού ὁδηγεῖ σίγουρα στό Θεό. Καί μᾶς σώζει.