Ο Ισίδωρος ήταν ναύτης του βασιλικού στόλου, στα χρόνια του αυτοκράτορα Δεκίου, και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια. Κάποια μέρα που η μοίρα του στόλου ήταν αγκυροβολημένη στη Χίο, καταγγέλθηκε στο Ναύαρχο Νουμέριο ότι ο Ισίδωρος είναι χριστιανός. Ο Νουμέριος δεν άργησε να ακούσει το ίδιο και από τον ίδιο τον Ισίδωρο, όταν τον προσκάλεσε να ομολογήσει. Τότε τον έδειραν σκληρά και κατόπιν τον έριξαν στη φυλακή. Ο πατέρας του μόλις έμαθε το γεγονός αυτό, αμέσως κίνησε για τη Χίο, πολύ στενοχωρημένος, διότι ο γιος του εγκατέλειψε την πατροπαράδοτη ειδωλολατρική θρησκεία.
Όταν έφθασε στη Χίο, δε δυσκολεύτηκε να δει το γιο του. Ο Ισίδωρος, μόλις αντίκρισε τον πατέρα του, με πολλή ευλάβεια και στοργή τον ασπάσθηκε συγκινημένος. Το ίδιο έκανε και ο πατέρας του, αλλά δεν άργησε να εκφράσει και τη θλίψη του γι’ αυτόν. Ο Ισίδωρος του είπε ότι μάλλον έπρεπε να χαίρεται, διότι είδε το φως πού προσφέρει ο Ιησούς Χριστός. ο πατέρας του τον παρακάλεσε θερμά να επιστρέψει στην ειδωλολατρία, αλλά ο Ισίδωρος έμεινε αμετακίνητος στην πίστη του. Τότε, οργισμένος αυτός, τον καταράστηκε και παρότρυνε το Νουμέριο να τον θανατώσει το συντομότερο. Και πράγματι, ο Ισίδωρος μετά από διάφορα βασανιστήρια αποκεφαλίσθηκε.
Πηγή:www.pigizois.gr