Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, τί ἄραγε κακό ἔκανες γιά νά ὑποστεῖς τό φοβερό σταυρικό θάνατο; Ποιό εἶναι τό ἔγκλημά Σου, γιά νά ὑποφέρεις τά τόσο φοβερά παθήματα τοῦ θανάτου; Ποιά εἶναι ἡ ἐνοχή Σου; Ποιά ἡ αἰτία τοῦ θανάτου Σου;

Κύριε, ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος εἶμαι ἡ αἰτία πού Σοῦ προξενεῖ τούς πόνους πάνω στό σταυρό. Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀφορμή τοῦ θανάτου Σου, χάρη τοῦ ὁποίου ἐσύ ὁ ἀναμάρτητος δικάστηκες.

Ὤ θαυμαστό μυστήριο πού δέν ἐξηγεῖται καί δέν ἑρμηνεύεται μέ τό ἀνθρώπινο μυαλό! Ἁμαρτάνει ὁ ἄνθρωπος, ὁ παραβάτης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, καί τιμωρεῖται γιά χάρη του ὁ ἀναμάρτητος καί δίκαιος Ἰησοῦς!

Πόσο πολύ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, μᾶς ἀγάπησες! Πόσο πλούσιο φάνηκε τό ἔλεός Σου! Μέχρι ποίου σημείου ἔφτασε ἡ στοργή Σου πρός τούς ἀνθρώπους! Καί πόσο πολύ προχώρησε ἡ πρός ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους συμπαθειά Σου!

Τί λοιπόν, Κύριε, νά σοῦ ἀνταποδώσω γιά ὅλες τίς εὐεργεσίες Σου καί τίς δωρεές Σου πού ἔκανες γιά μένα; Ἀσφαλῶς δέν ἔχω τίποτε νά Σοῦ ἀνταποδώσω. Διότι δέν εἶναι δυνατόν νά βρεῖ κανείς κάτι στήν ἀνθρώπινη καρδιά πού νά ἀξίζει νά δοθεῖ σάν ἀνταπόδοση στίς τόσο μεγάλες εὐεργεσίες Σου. Καί ὅμως ὑπάρχει, Κύριε. Καί αὐτό πάλι δικό Σου δῶρο εἶναι. Τό νά ἐπισκεφθεῖς καί νά βοηθήσεις τήν ψυχή μου νά σταυρωθεῖ ὡς πρός τήν ἁμαρτία. Νά νεκρώσει τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες της. Διότι, ὅταν μέ τή βοήθειά Σου μοῦ δώσεις αὐτό, τότε καί ἡ ψυχή μου θά ἀρχίσει νά συμμετέχει στά παθήματά Σου καί νά πάσχει μαζί μέ Σένα. Τότε ὁπλισμένη ἡ ψυχή μου μέ τή χάρη Σου θά πολεμεῖ καί θά νικᾶ τό κακό.

Κύριε, κάνε νά μή φοβᾶμαι καθόλου τά ὅσα δυσάρεστα παρουσιάζει ὁ κόσμος γιά νά μέ φοβίσει, ἐπειδή θέλω νά ἀνήκω σέ Σένα. Ἀμήν.