Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Λουκ. ιη΄ 10-14

10 ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. 11 ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· 12 νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. 13 καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. 14 λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται.

Ποιά ἰδέα ἔχεις γιά τόν ἑαυτό σου; Καί πῶς τήν ἔχεις σχηματίσει; τόν συγκρίνεις μέ γνωστούς σου, φίλους σου, συμμαθητές σου, …καί νομίζεις ὅτι ὑπερέχεις ἀπ᾿ ὅλους αὐτούς καί τούς ξεπερνᾶς σέ γνώση, σέ ἱκανότητες, σέ ἀρετή;…

Εἶναι ἄραγε σωστό νά σκέφτεσαι ἔτσι ἐπιπόλαια καί νά καταλήγεις σέ αὐθορμητισμό; Σέ κάποιους πού ’χαν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους, πού πίστευαν ὅτι αὐτοί μόνο εἶναι καλοί καί ἐνάρετοι καί περιφρονοῦσαν ὅλους τούς ἄλλους, εἶπε ὁ Κύριος τήν παραβολή τοῦ «Τελώνου καί Φαρισαίου».

Θά πρέπει νά σοῦ εἶναι γνωστή. Οἱ δύο αὐτοί ἄνθρωποι, πού προσδιορίστηκαν ἀπό τό ἔργο τους κι ὄχι μέ τ’ ὄνομά τους, ἀνέβηκαν στό «ἱερό» (=στό ναό τοῦ Σολομῶντος) νά προσευχηθοῦν. Οἱ τελῶνες χαρακτηρίζονταν γενικά ἄνθρωποι ἄδικοι, ἐνῶ οἱ Φαρισαῖοι, ὡς διδάσκαλοι τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, εἶχαν πολύ μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό τους καί ἐκτίμηση ἀπό τούς ἀνθρώπους.

Ὁ Φαρισαῖος προχώρησε μπροστά, πρός τό θυσιαστήριο. Στάθηκε ὄρθιος, γιά νά φαίνεται καλά, κι ἄρχισε νά προσεύχεται ὑπερβολικά εὐχαριστημένος:

–Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, γιατί δέν εἶμαι ἐγώ σάν τούς ἄλλους ἀνθρώπους, πού εἶναι γεμάτοι κακία: κλέφτες, ἄδικοι, ἀνήθικοι…, οὔτε καί σάν αὐτόν τόν τελώνη· καί γύρισε μέ περιφρόνηση νά τόν δείξει. Ὅλοι εἶναι ἔνοχοι· ἄξιοι νά καταδικαστοῦν. Ἐγώ ξεχωρίζω ἀπ’ ὅλους· εἶμαι γεμάτος ἀπό ἀρετές. Νηστεύω… κάνω προσφορές στό ναό παραπάνω ἀπό κεῖνο πού ὁρίζει ὁ Νόμος…

Καί ὁ Τελώνης; Ὤ! αὐτός! δέν αἰσθανόταν τόν ἑαυτό του ἄξιο νά προχωρήσει. Ἔμεινε μακριά ἀπό τό θυσιαστήριο. Μέ τό κεφάλι σκυμμένο. Δέν τολμοῦσε οὔτε τά χέρια του, ἀλλ’ οὔτε καί τό βλέμμα του νά ὑψώσει πρός τόν οὐρανό. Μόνο χτυποῦσε τό στῆθος του, γιατί αἰσθανόταν πόσο ἁμαρτωλή ἦταν ἡ καρδιά του ἀπέναντι στό Θεό. Μόνο τά χείλη του ψιθύριζαν συνέχεια τοῦτα τά λόγια:

«Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».

Ὦ Κύριε καί Θεέ, σπλαχνίσου με καί συγχώρησέ με τόν ἁμαρτωλό! Τοῦτο τόν ταπεινωμένο Τελώνη, πού πίστευε πώς ἦταν ἄξιος νά τιμωρηθεῖ, ὁ Θεός τόν συγχώρησε. Τό βεβαίωσε ὁ Κύριος: Ὁ περιφρονημένος Τελώνης γύρισε στό σπίτι του ἀθωωμένος καί δίκαιος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ! Κι ὄχι ὁ Φαρισαῖος. Γιατί καθένας πού ὑψώνει τόν ἑαυτό του θά ταπεινωθεῑ. Ἐνῶ ἐκεῖνος πού ταπεινώνει τόν ἑαυτό του, θά ὑψωθεῖ καί θά τιμηθεῖ ἀπό τόν Θεό.

«Πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται…» Μεγάλη ἰδέα εἶχε στηθεῖ μέσα στό Φαρισαῖο ἀπό τή σύγκριση τοῦ ἑαυτοῦ του μέτούς «λοιπούς», μέ ὅλους τούς ἄλλους ἀνθρώπους.«Οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων…» Ἔτσι «χονδρικά» πού βλέπει ὅλους τούς ἄλλους – «μαζικά», λένε σήμερα – θέλει νά πιστεύει πώς ὅλοι, χωρίς ἐξαίρεση, ἔχουν ὅλες τίς κακίες τοῦ κόσμου. Ἐνῶ αὐτός δέν ἔχει καμιά! Τόν δυστυχισμένο! καί τά λέει αὐτά τήν ἱερή ὥρα τῆς προσευχῆς! Αὐτολιβανίζεταικαί καυχιέται γιά τίς πολλές καί φανταστικές… ἀρετές του, ἐνῶ προβάλλει τρανό δεῖγμα τῆς κακίας του τήν περιφρόνηση, πού αἰσθάνεται ἡ ψυχή του, πρός τόν «πλησίον» του Τελώνη, τήν ὥρα πού ἐκεῖνος ὁμολογεῖ τήν ἐνοχή του καί ζητάει συγχώρεση ἀπό τόν Θεό.

Ὁ αὐτοθαυμασμός πού αἰσθανόταν ὁ Φαρισαῖος, συγκρίνοντας τόν ἑαυτό του μέ κάποιους πού φανερά παρέβαιναν μερικές ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τόν καταδίκασε… Ἤξερε βαθύτερατό Νόμο τοῦ Θεοῦ καί μποροῦσε νά κρίνει σωστά. Ἔπρεπε νά δείξει εὐσπλαχνία πρός τόν Τελώνη, ἀφοῦ κι αὐτός ἁμαρτωλός ἦταν. Ἀλλά εἶχε τήν ψεύτικη ἰδέα ὅτι αὐτός ξεχώριζε ἀπ᾿ ὅλους.

Ταλάνισε ὁ Κύριος μέ τά «οὐαὶ» Του καί σέ ἄλλη περίσταση τούς Φαρισαίους. Γιατί; Ἀλίμονο στήν κοινωνία, ὅταν τά μέλη της, εὐχαριστημένα γιά τό ὁποιοδήποτε σημεῖο βρίσκεται ἡ πνευματική καί ἡ ψυχική τους ἀνάπτυξη, σταματήσουν τόν ἀγώνα γιά πρόοδο. Σταματήσουν τήν προσπάθεια ν’ ἀνεβαίνουν σέ πιό ψηλό καί πνευματικό ἐπίπεδο. Τά ἰδανικά θά νεκρωθοῦν καί οἱ ἄνθρωποι θά ἕρπουν.

Θά σέρνονται χαμηλά, πολύ χαμηλά! Γιά φανταστεῖτε στ’ ἀλήθεια, σέ ποιό κατάντημα θά φτάσει ἡ κοινωνία, ἄν ὅλοι οἱ νέοι συγκρίνουν σήμερα τόν ἑαυτό τους μέ τά ἀντικοινωνικά ἄτομα (μέ τούς ἀναρχικούς,τούς διαρρῆκτες, τούς κλεπτοτσαντάδες, τούς ναρκομανεῖς, τούς χούλιγκανς, τούς καταστροφεῖς τῆς ξένης περιουσίας…) καί μένουν εὐχαριστημένοι γιατί δέν εἶναι τέτοιοι! ἀδιάφορο ἄν λερώνουν τήν ψυχή τους μέ χίλια δυό ἄλλα…. Ἀλλ’ οὔτε κι ἄν κάνουμε κάτι καλό, δέν ἀρέσει στόν Θεό, ἄν αὐτό τό ᾿χουμε γιά διαφήμιση τοῦ ἑαυτοῦ μας, σάν τή φίρμα – τή μάρκα – τοῦ βιομήχανου, τήν κολλημένη στήν ἐξωτερική ὄψη τῶν ἐνδυμάτων, γιά νά ξεχωρίζουνε.

Ὁ Χριστός θέλει νά συγκρίνουμε τόν ἑαυτό μας μέ τόν ἅγιο νόμο Του· τή θεία Διδασκαλία Του. Νά αἰσθανόμαστε τί δέν κάναμε σωστό, τί λάθος· τί πρέπει νά κάνουμε καί δέν τό κάναμε. Κι ὅμοια μέ τόν Τελώνη, μέ ταπεινωμένο τό κεφάλι, νά ζητᾶμε τοῦ Θεοῦ τό ἔλεος. Τότε θά ἀγωνιζόμαστε νά γινόμαστε συνεχῶς καλύτεροι. Ν’ ἀνεβαίνουμε ὅλο καί πιό ψηλά στῆς ἀρετῆς τά ὕψη.

Ἔφηβος εἶσαι; Νέος εἶσαι; Σ᾿ ὁποιαδήποτε ἡλικία εἶσαι, κατέβασε πιό κάτω τήν ἰδέα πού ἔχεις γιά τόν ἑαυτό σου, τήν καύχησή σου…Κι ἱκανότητες ἄν ἔχεις, καί χαρίσματα πολλά – κι ἀσφαλῶς θά ’χεις – δούλεψέ ταταπεινά. Αὔξησέ τα. Πολλαπλασίασέ τα· ὄχι γιά να ὑπερηφανεύεσαι καί νά τά διατυμπανίζεις, ἀλλά γιά νά ’σαι χρήσιμος κι ὠφέλιμος στούς γύρω σου ἀνθρώπους.

Κι ὅταν οἱ καλοί γονεῖς σου, σοῦ κάνουν κάποια ὑπόδειξη, κάποια παρατήρηση, μή λές: Δέν κοιτᾶτε τόν τάδε καί τήν τάδε;… Ἐλᾶτε στό σχολεῖο νά δεῖτε τί κάνουν οἱ ἄλλοι καί πῶς φέρονται!Ταπεινά παραδέξου τά σφάλματά σου… Μέ ταπείνωση καί λύπη ζήτα καθημερινά συγχώρεση γι’ αὐτά ἀπό τόν Θεό στήν προσευχή σου.

Καί νά ᾿σαι βέβαιος πώς θά γίνεσαι ὅλο καί πιό καλός καί πιό εὐχαριστημένος.Τό βεβαίωσε τό ἀληθινό στόμα τοῦ Κυρίου. Στούς ταπεινούς δίνει πλούσια τή χάρη Του. Καί τούς ὑψώνει καί τούς τιμᾶ:

«Ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται»!