Ευαγγελικό Ανάγνωσμα Λουκ. ι΄ 10-17
 
10  Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ  Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ  Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δέ, θυγατέρα  Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.
  

Bουνά καί κάμποι καί ἀκρογιάλια, ψαρόβαρκες καί πηγαδιῶν πεζούλια, μέγαρα τελωνῶν καί μικρόσπιτα φτωχῶν βιοπαλαιστῶν εἶχαν χρησιμοποιηθεῖ ἀπό τό θεῖο Διδάσκαλο γιά τό μεγάλο Του ἔργο. Ἄλλοτε γιά νά διδάξει χιλιάδες λαοῦ. Καί ἄλλοτε λίγους ἀγαπητούς. Ἤ καί μόνο τούς διαλεχτούς, τούς μαθητές Του. Ἀλλ’ ἀκόμη καί μεμονωμένα ἄτομα. Καί ὅλοι αὐτοί οἱ τόποι χρησιμοποιοῦνταν ἀπό τόν Κύριο ὅλες τίς μέρες τῆς ἑβδομάδας. Χωρίς διάκριση.

Ὅμως γιά τό πρωί τοῦ Σαββάτου, τήν ἡμέρα πού ὁ Μωσαϊκός νόμος εἶχε ὁρίσει σάν ἡμέρα λατρείας, ὁ Κύριος εἶχε τήν προτίμησή Του. Πήγαινε πάντοτε στή συναγωγή. Στόν τόπο δηλαδή πού ἔπρεπε νά συγκεντρώνονται οἱ Ἰουδαῖοι, γιά νά προσεύχονται ὅλοι μαζί, νά διαβάζουν καί νά ἐξηγοῦν τό ἱερό βιβλίο μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τίς διδασκαλίες τῶν Προφητῶν.

Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Νομοθέτης Κύριος μᾶς δίδαξε ὑποδειγματικά πῶς κι ἐμεῖς νά ἁγιάζουμε τήν ἡμέρα τήν ἀφιερωμένη στόν Θεό. Νά ἐφαρμόζουμε δηλαδή τήν τέταρτη ἐντολή, πού διέταζε: «Μνήσθητι τὴν ἡμέραν τῶν σαββάτων ἁγιάζειν αὐτήν».

 «Ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι».

Ἕνα Σάββατο δίδασκε ὁ Κύριος σέ κάποια συναγωγή. Ἦταν ἄραγε ἁπλῶς περαστικός ἀπό κεῖ; Ἀσφαλῶς ὄχι. Εἶχε ὁ Κύριος προδιαγράψει τό σχέδιό Του. Γι’ αὐτό καί μέσα σ’ ὅλο ἐκεῖνο τό πλῆθος διακρίνει μία γυναίκα «συγκύπτουσαν». Μέσα στό τρομερά καμπουριασμένο σῶμα της, ὥστε νά μήν μπορεῖ καθόλου νά σηκώσει τό κεφάλι της, εἶδε ὁ Παντογνώστης τήν εὐλαβική ψυχή της. Παρόλη τή βασανιστική καί μακροχρόνια ἀρρώστια της – δεκαοκτώ χρόνια τῆς εἶχε βασανίσει τό σῶμα ὁ διάβολος – δέν παρέλειπε νά πηγαίνει κάθε Σάββατο στή συναγωγή, γιά νά λατρεύει τόν Θεό. Ἡ πίστη της καί ἡ ἀγάπη της στόν Θεό τήν ἔκαναν ἄξια νά τήν ὀνομάσει ὁ Κύριος «θυγατέρα Ἀβραάμ», νά τή συμπονέσει καί νά σκορπίσει σ’ αὐτή ὅλη τήν εὐσπλαχνία Του.

Χωρίς ἐκείνη νά παρακαλέσει, χωρίς διόλου νά τό ζητήσει, ὁ Κύριος τή θεράπευσε. Ὄρθια τώρα ἡ πρίν «συγκύπτουσα», ἐλευθερωμένη ἀπό τά δεσμά τοῦ διαβόλου, εὐγνωμονεῖ τόν Κύριο. Πῆγε ἀνάπηρη καί ἔφυγε γερή καί δυνατή. Εἶπε μυστικά τόν πόνο της, ἴσως καί τόν πόθο τῆς θεραπείας στόν Παντοδύναμο.

Καί ἔλαβε πλούσια τήν εὐλογία. Ἡ συνάντησή της μέ τόν Κύριο στή συναγωγή τήν ἔκανε ἀνέλπιστα εὐτυχισμένη.

Ἄς δοξάσουμε ὅμως καί μεῖς τόν Πανάγαθο Διδάσκαλο. Γιατί καί μεῖς ἀξιωνόμαστε κάθε Κυριακή καί κάθε μεγάλη γιορτή νά Τόν συναντᾶμε στούς ἱερούς ναούς μας. Καί Τόν ἀκοῦμε νά μᾶς διδάσκει μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιό Του. Χαρμόσυνα χτυπᾶνε οἱ καμπάνες κάθε Κυριακή ἐδῶ στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα μας.

Στήν ἀναστάσιμη χαρά τοῦ Νικητῆ τοῦ θανάτου, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, μᾶς καλεῖ ὁ οἶκος τοῦ Πατέρα μας, τοῦ Οὐράνιου Βασιλιᾶ μας.

Ἡ Κυριακή εἶναι ἡ ἐπίσημη γιορταστική ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ἀφιερωμένη στή λατρεία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας. Ἡ θεία Λειτουργία μέ τά εὐαγγελικά ἀναγνώσματα, τό θεῖο κήρυγμα, τήν κατανυκτική ὑμνολογία καί προπάντων μέ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μᾶς ἑνώνει μαζί Του. Μᾶς ὁπλίζει μέ θεία δύναμη. Ἐλευθερώνει τήν ψυχή μας ἀπό τά δεσμά τῆς κακίας. Γίνεται πηγή, πού σκορπίζει εὐλογίες ἀνυπολόγιστες στήν ψυχή καί στό σῶμα. Σοφία καί σύνεση. Ὑγεία καί δύναμη. Ἀδελφοσύνη καί ἀγάπη. Χαρά καί εἰρήνη…

Εἶναι εὐτύχημα γιά τή γενιά μας ὅτι ὑπάρχουν πλήθη πολλά, πού δίνουν πάντοτε πρόθυμη ἀνταπόκριση στό προσκλητήριο τοῦ οὐρανοῦ. Ὑπάρχουν καί παιδιά καί νέοι – καί δέν εἶναι λίγοι – πού αἰσθάνονται μέσα τους κάτι ἀπό τήν ἀγαλλίαση ἐκείνη πού φανέρωσε ὁ δωδεκαετής Ἰησοῦς, ὅταν ἔλεγε: «ἐν τοῖς τοῦ πατρός μου δεῖ εἶναί με». (Εἶναι ἀνάγκη νά βρίσκομαι στό σπίτι τοῦ πατέρα μου).

Ναί! Χαρούμενα χτυπᾶνε οἱ καμπάνες. Καί μαζί τους χτυπᾶ εὐφρόσυνα καί ἡ δική σου καρδιά. Θέλεις νά φτάσεις γρήγορα στό ναό. Νά προσευχηθεῖς στόν Οὐράνιο Πατέρα μαζί μέ ὅλα τά ἄλλα ἀγαπημένα παιδιά Του. Νά εὐχαριστήσεις πρῶτα γιά ὅλα ὅσα σοῦ χαρίζει, τά τόσα πολλά. Νά παρακαλέσεις θερμά ἔπειτα: γιά ὅλους τους δικούς σου, γονεῖς, ἀδέλφια, δασκάλους, φίλους… Γιά κάποιους πολυαγαπημένους πού ἔφυγαν ἀπό τή ζωή αὐτή καί θέλεις νά ἀναπαύονται εὐτυχισμένοι ἐκεῖ ψηλά στόν οὐρανό…

Θέλεις νά προσευχηθεῖς καί γιά τόν ἑαυτό σου. Νά ἀποθέσεις στά πόδια τοῦ Πατέρα τίς ἀγωνίες σου γιά τό μέλλον, τίς προσδοκίες σου, τόν ἀγώνα σου νά γίνεις καλύτερος. Ἔχεις τόσα πολλά νά ζητήσεις…

Πήγαινε λοιπόν τακτικά στήν Ἐκκλησία. Μή λείπεις ποτέ τήν Κυριακή καί κάθε μεγάλη γιορτή. Καί ὁ Κύριος θά σέ ἀνταμείψει μέ πλούσιες εὐλογίες.