Ευαγγελικό ανάγνωσμα: Ματθ. ιθ΄ 16-26
16 Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; 17 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς. 18 λέγει αὐτῷ· ποίας; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· τὸ οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα, καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 20 λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; 21 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἱησοῦς· εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. 22 ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά. 23 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. 24 πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ραφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν. 25 ἀκούσαντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες· τίς ἄρα δύναται σωθῆναι; 26 ἐμβλέψας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστι, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστι.
Ο Κύριος προχωρεῖ ἀκολουθούμενος ἀπό τούς μαθητές Του. Ἔξαφνα
σταματᾶ. Ἕνας νέος πού εἶχε ἐπιδιώξει νά Τόν συναντήσει ἔτρεξε πρός τό
μέρος Του. Γονάτισε μπροστά Του εὐλαβικά καί μέ σεβασμό Τόν ρωτᾶ:
«Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;»
Ἡ σκηνή εἶναι ἐξαιρετικά συγκινητική. Περίπτωση σπάνια. Ἴσως καί πρωτοφανής.
Ἕνας νέος μέ τό σφρίγος καί τήν ἀρχοντιά ὁλοφάνερη στήν ἔκφραση τοῦ προσώπου
καί σ’ ὅλη τή στάση του φλογίζεται ἀπό ἕναν πόθο ὡραῖο, ἁγνό, θεῖο. Ἐνδιαφέρεται νά
μάθει τί πρέπει νά κάνει γιά νά κερδίσει τή ζωή τήν αἰώνια.
–«…τί ἀγαθὸν ποιήσω…;»
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου δόθηκε σαφής καί συγκεκριμένη:
–«…τήρησον τὰς ἐντολάς»!
Ἀλλ’ ὁ νέος αὐτός ἀπό τά παιδικά καί ἐφηβικά του χρόνια εἶχε διδαχθεῖ τόν κατάλογο
τῶν ἐντολῶν τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Εἶχε ἀγωνισθεῖ νά τηρήσει ὅλα ὅσα ὑπαγορεύουν
οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ μέ τά «μὴ» καί τά «οὐ». Εἶχε προσέξει νά μήν προξενήσει κακό
στόν «πλησίον»του. Σέ κανέναν ἄνθρωπο. Ἐνδιαφέρεται λοιπόν, νά ἀκούσει κάτι και-
νούργιο. Καί γι’ αὐτό ρωτᾶ:
–«Ποίας;»
Ὅμως παραξενεύεται, διότι δέν ἀκούει ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου τίποτε διαφορετικό
ἀπό ὅ,τι ἤξερε.
–«Τὸ οὐ φονεύσεις… οὐ κλέψεις… καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν».
Ἀλλ’ αὐτά λοιπόν; Αὐτά τά ξέρει. Ὅλα αὐτά τά πρόσεξε καί τά φύλαξε ἀπό τά πρῶτα
νεανικά του χρόνια. Καί τό βεβαιώνει.
Ὅμως αἰσθάνεται ὅτι δέ βρίσκεται ἀπολύτως ἐντάξει. Ὅτι δέν ἱκανοποιεῖ οὔτε τόν
Θεό, οὔτε τούς ἀνθρώπους. Ἀλλ’ οὔτε καί τόν ἑαυτό του ἱκανοποιεῖ. Μέσα του ὑπάρχει
ἕνα κενό.
Τοῦ λείπει τό ἐφόδιο τῆς εὐεργετικῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας, πού ἀνοίγει τήν πύλη
τῆς αἰωνιότητας στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Καί αὐτό ζητᾶ τώρα νά μάθει.
–«Τί ἔτι ὑστερῶ;»
Ὁ Κύριος κοίταξε καλά τόν νέο αὐτόν καί τόν συμπάθησε. «Ἠγάπησεν αὐτόν»,
προσθέτει ἄλλος Εὐαγγελιστής.
Ἦταν εἰλικρινής, ὅταν ἔλεγε «ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου». Ἄν καί
δέν εἶχε καταλάβει τό βαθύτερο νόημα τῶν ἐντολῶν. Ἦταν ὅμως ἀξιέπαινος, διότι εἶχε
ἐνδιαφέρον νά μάθει καί ἄλλα περισσότερα. Νά τελειοποιηθεῖ. Ἤθελε νά κερδίσει τήν
αἰώνια ζωή.
Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος τόν προσκαλεῖ νά γίνει μαθητής Του:
–Ἐάν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, τοῦ εἶπε, πήγαινε καί πούλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καί μοί-
ρασέ τα στούς φτωχούς καί θά ἀποκτήσεις θησαυρό στόν οὐρανό
«καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι».
Ποιός εἶναι αὐτός πού φεύγει τώρα μακριά ἀπό τή συνοδεία τοῦ Κυρίου; Καί εἶναι
τόσο σκυθρωπός! Τόσο λυπημένος!
Ἀλλά δέν τόν ἀναγνωρίζεις, λοιπόν, τόν «νεανίσκον»; Ἦταν ὑποψήφιος μα-
θητής. Ἔκανε ὡραία ἀρχή. Πλησίασε τόν Χριστό. Ἀλλά δέν Τόν ἀκολούθησε.
Ὀπισθοχώρησε.
Καί οἱ εὐγενικοί πόθοι; Οἱ ἀναζητήσεις πού εἶχε; Φυσικό εἶναι νά ἀπορεῖς τί ἔγιναν.
Δυστυχῶς! τούς ἄφησε νά σβήσουν χωρίς νά πραγματοποιηθοῦν.
Πῆγε νά καταταγεῖ ἐθελοντής στό στρατό τοῦ Χριστοῦ καί λιποτάκτη-
σε. Γύρισε στά κτήματα καί στά χρήματα!
Ἑτοιμάσθηκε νά πετάξει σάν ἀετός πρός τά οὐράνια, τά ἄφθαρτα
καί αἰώνια, καί ἔκοψε μόνος τά φτερά του, γιά νά μή φύγει ἀπό τά ἐπίγεια, τά πρόσκαιρα
καί φθαρτά.
Πραγματικά, δέν μπορεῖς νά τόν ἀναγνωρίσεις. Ἔχασε γιά πάντα τή χαρά καί τήν
εἰρήνη τῆς ψυχῆς του. Καί μαζί ἔχασε τό σφρίγος του. Νομίζεις ὅτι τοῦ ἔχουν προστεθεῖ
χιλιάδες χρόνια…
Ὅμως, ἄς εἶναι τό βῆμα του βαρύ, αὐτός συνεχίζει νά φεύγει μακριά ἀπό τόν Χρι-
στό: «ἀπῆλθε λυπούμενος».
Ὁ Κύριος στρέφει τώρα τό βλέμμα Του γύρω, πρός ὅλους τούς μαθητές Του. Καί
ἐκεῖνοι τό αἰσθάνονται ὥς τά βάθη τῆς ψυχῆς τους νά τούς μεταγγίζει θάρρος, δύναμη.
Μέ τή δική Του παντοδύναμη χάρη θά μείνουν μέχρι τέλους κοντά Του, πιστοί μαθητές
Του. Παντοτινά πιστοί στό θέλημά Του.
Εἶναι πολύ συγκινητικό καί ἐξαιρετικά εὐχάριστο γεγονός ὅτι καί σήμερα ὑπάρχουν
πλῆθος νέοι καί παιδιά πού ἔχουν εὐγενικούς πόθους καί ζωηρό ἐνδιαφέρον νά
διδαχθοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Σέ μερικούς τά πρῶτα λόγια τοῦ Χριστοῦ τούς τά ἔχουν μεταδώσει στό σπίτι τους
οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς τους. Ἔμαθαν ἔπειτα καί ἄλλα πολλά στό σχολεῖο ἀπό τούς καλούς
δασκάλους τους καί τούς καθηγητές τους. Καί ἄλλα ἀκόμη περισσότερα καί ἀνώτερα
εὐτύχησαν νά ἀκούσουν στήν Ἐκκλησία, τήν ὥρα τοῦ Κατηχητικοῦ.
Ἐκεῖ εὐφραίνεται ἡ ψυχή σου νά βλέπεις παιδιά καί νέους νά διδάσκονται τό θέλημα
τοῦ Θεοῦ, νά λύνουν τίς ἀπορίες τους καί νά κατατοπίζονται πάνω στά προβλήματα
πού ἔχουν νά ἀντιμετωπίσουν, γιά νά βάλουν γερά τά θεμέλια τῆς ζωῆς τους.
Ὅμως, τί κρίμα! Ὑπάρχουν καί περιπτώσεις πού ἡ ψυχή λυπᾶται. Μερικά παιδιά
ξεκινοῦν μέ πολύ ἐνθουσιασμό. Ἀγαποῦν τό Κατηχητικό τους. Φοιτοῦν τακτικά σ’ αὐτό.
Ὅμως, καθώς προχωρεῖ ὁ καιρός, ὁ ζῆλος τους ψύχεται. Τή μιά φορά πηγαίνουν, τήν
ἄλλη δέν πηγαίνουν. Ἔπειτα τό ἐγκαταλείπουν…
Ἡ καλή ἀρχή πού κάνει ὁ καθένας χρειάζεται νά συνεχισθεῖ μέχρι τό τέλος.
Ἡ συνέπεια αὐτή στήν παρακολούθηση τῶν μαθημάτων, ἡ προσοχή καί ἡ ἐπιμέλεια
νά μείνουν ζωντανά μέσα μας, θά εὐλογηθεῖ πλούσια ἀπό τόν Κύριο. Ἡ χάρη Του καί
ἡ δύναμή Του θά εἶναι μαζί μας, ὅπως ἦταν μαζί μέ τούς μαθητές Του καί μαζί μέ ὅλα
τά πλήθη τῶν πιστῶν Χριστιανῶν.
Θά μᾶς ἀξιώσει νά μείνουμε καί μεῖς μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μας σταθεροί στό ἅγιο
θέλημά Του.