Ερώτηση που λάβαμε:
Ο Χριστός σαν άνθρωπος είχε το προπατορικό αμάρτημα;
Η απάντηση της ιστοσελίδας μας:
Αντιγράφουμε την απάντηση στο θέμα αυτό από το βιβλίο «Η Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη μας» (+Αθ. Φραγκόπουλου, εκδ. «Ο Σωτήρ»)
Ὁ Κύριος δέν εἶναι μόνο τέλειος Θεός, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ Πατρός «πρὸ πάντων τῶν αἰώνων». Εἶναι καί τέλειος ἄνθρωπος, σέ ὅλα ὅμοιος μέ μᾶς τούς ἀνθρώπους, μέ σῶμα καί ψυχή λογική, ὅπως ἐμεῖς ἀκριβῶς, «κατὰ πάντα καθ’ ὁμοιότητα», ἀλλά «χωρὶς ἁμαρτίας»[1]. Αὐτή τήν ἀνθρώπινη φύση του καί τή συγκινητική συγκατάβασή του πρός ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους ἐκθέτει τό 3ο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεώς μας:
«Τὸν δι’ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου καὶ ἐνανθρωπήσαντα».
Καί αὐτό τό λέει ὁ Εὐαγγελιστής γιά τόν Κύριο, ὅπως καί πρίν εἴπαμε. Ὅτι «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο»[2], ὁ Θεός Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος. Ὁ ἴδιος ὀνομάζει τόν ἑαυτό του «υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου», μέ τήν ἔννοια ὅτι εἶναι ὁ τέλειος ἄνθρωπος, καί ἔχει τήν τέλεια ἀνθρώπινη φύση ὅπως τήν ἔπλασε ὁ Θεός στόν πρῶτο ἄνθρωπο, χαριτωμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἀναμάρτητος, ὁ εὐγενέστερος ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Ὀνομάζουν οἱ ἄλλοι τόν Χριστό «υἱὸν Δαυίδ», δηλαδή ὅτι ὡς ἄνθρωπος κατάγεται ἀπό τό γένος τοῦ Δαβίδ, καί ἐκεῖνος τό ἀποδέχεται.
Τόν βλέπουμε ὡς ἄνθρωπο νά μιλᾶ, νά κινεῖται καί ἐνεργεῖ μέ ὅλα «τά ἀδιάβλητα πάθη» τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, τά ὁποῖα κανείς δέν μπορεῖ νά τά κατηγορήσει ὡς ἁμαρτωλά, ὅπως εἶναι τό νά πεινᾶ, νά διψᾶ, νά κουράζεται, νά λυπᾶται, νά δακρύζει, νά πάσχει, νά πεθαίνει, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μέ ὅλους ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους. Δηλαδή ἀληθινά, πραγματικά καί ὄχι φανταστικά ἐνηνθρώπησε ὁ Κύριος, προσέλαβε τήν ἀσθενή καί φθαρτή ἀνθρώπινη φύση, ὅπως τήν εἶχαν οἱ ἄνθρωποι πού ἦλθε νά σώσει.
[…]
Τί ἀκριβῶς σημαίνει τό «χωρὶς ἁμαρτίας»
Πρέπει τώρα νά ἐπανέλθουμε καί νά ἐξηγήσουμε καλά ἐκεῖνο τό «χωρὶς ἁμαρτίας». Δηλαδή ὁ Κύριος ἀνέλαβε τίς ἁμαρτίες μας καί γι’ αὐτές πέθανε πάνω στόν Σταυρό, γιά νά λύσει τό χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας, νά μᾶς δώσει ἄφεση καί σωτηρία, νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τήν κατάρα, τήν ἐνοχή καί καταδίκη τῆς ἁμαρτίας. Καί αὐτό ὄχι ὡς ἁμαρτωλός, ἀλλ’ ὡς ἀναμάρτητος Κύριος καί Θεός, χωρίς τήν προπατορική ἁμαρτία πού φέρουμε κληρονομική ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι καταγόμαστε ἀπό τόν Ἀδάμ. Ἐμεῖς ἀπό τή φύση μας ἁμαρτωλοί, ἐκεῖνος φύσει ἀναμάρτητος. Διότι ἐκεῖνος δέν γεννήθηκε κατά τούς φυσικούς νόμους πού γεννιόμαστε ἐμεῖς. Ὁ Κύριος γεννήθηκε μέ τρόπο ὑπερφυσικό, θεῖο καί μυστηριώδη, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου», ὅπως εἴπαμε. Καί γι’ αὐτό δέν ἔφερε τήν κληρονομιά τοῦ πεσόντος Ἀδάμ καί ἦταν ἀναμάρτητος. Ἡ ἀνθρώπινη φύση πού προσέλαβε ὁ Κύριος «ἀπό Παρθένο πού δέν γνώρισε ἄνδρα καί ἦταν ἄχραντη καί ἀμίαντη καί καθαρότατη»[3], καί συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ὑπῆρξε ἀπολύτως ἀναμάρτητη καί ἁγία ἀπό αὐτή τή σύλληψη. (σημ: η υπογράμμιση δική μας) Τό εἶπε καί ὁ Ἀρχάγγελος στήν Παρθένο τήν ὥρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ της: Τό ἐκ σοῦ «γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται, Υἱὸς Θεοῦ»[4]. Δηλαδή, «τό ἀπολύτως ἀναμάρτητο καί ἅγιο βρέφος πού θά γεννηθεῖ μέ τόν ὑπερφυσικό αὐτό τρόπο, θά ἀναγνωρισθεῖ ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ». Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι παύει ὁ Κύριος νά εἶναι ὅμοιος μέ μᾶς, ἀληθινός ἄνθρωπος καί ἀδελφός μας, πού φέρει τήν ἴδια μέ μᾶς ἀνθρώπινη φύση. Κι αὐτό τό καταλαβαίνει ὁ καθένας μας, ὅταν λάβει ὑπόψη του, ὡς πρός τήν ἀναμαρτησία τοῦ Κυρίου, τό ἑξῆς: Ὅτι ἡ ἁμαρτία «δέν εἶναι φυσική στόν ἄνθρωπο, οὔτε ὁ Δημιουργός μᾶς τήν ἔσπειρε, ἀλλά προῆλθε ἀπό τή σπορά τοῦ διαβόλου στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων»[5]. Αὐτός κατά τήν παράβαση καί μετά ἀπό αὐτήν, «μέ ἀπάτη ἔσπειρε μέσα στή λογική φύση τοῦ ἀνθρώπου τούς αἰχμαλωτίζοντες ἁμαρτητικούς λογισμούς καί ἐγκατέστησε τόν νόμο τῆς ἁμαρτίας στή φύση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ διάβολος μέ ἀπάτη ἔσπειρε μέσα μας τήν ἁμαρτία καί αὐτή αἰχμαλώτισε τή λογική μας φύση»[6].
Ἐφόσον λοιπόν ὁ Κύριος ἀπεστάλη ἀπό τόν Πατέρα ὡς νέος γενάρχης καί δεύτερος νέος Ἀδάμ γιά νά ἀποκαταστήσει τήν ξεπεσμένη ἀνθρώπινη φύση, ἦταν φυσικό νά ἀναλάβει ὄχι τήν ἁμαρτωλή ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ἔγινε μετά τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ – αὐτό ἄλλωστε ἦταν ἀδύνατο γιά τόν Θεό Λόγο – ἀλλά τήν ἀναμάρτητη. «Διότι ὅταν ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, τόν ἔκανε φύση ἀναμάρτητη καί θέληση αὐτεξούσια», ὅπως λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος[7]. Ἑπομένως, τήν καθαρή καί ἄμωμη καί ἁγία, τήν ὑγιή, ἡ ὁποία δέν ὑπέστη φθορά, οὔτε κἄν τραυματίσθηκε, οὔτε ἀσθένησε, ὅπως συνέβη μετά τήν πρώτη ἁμαρτία. Αὐτό σημαίνει τό «χωρὶς ἁμαρτίας». Ὁ Κύριος γεννήθηκε ἀπό τήν Παναγία Παρθένο τέλειος ἄνθρωπος, ἄτρωτος, ἀνέπαφος ἀπό κακό, ἀμίαντος καί ἄσπιλος. Ὅπως βγῆκε καί ὁ πρῶτος Ἀδάμ ἀπό τά χέρια τοῦ θείου Δημιουργοῦ του.
[1]. Ἑβρ. δ΄ 15
[2]. Ἰω. α΄ 14
[3]. «Ἐξ ἀχράντου καὶ ἀμιάντου, ἀνδρὸς ἀπείρου Παρθένου» (Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Περὶ ἐνανθρωπήσεως 8, ΕΠΕ 1, 246).
[4]. Λουκ. α΄ 35
[5]. «Αὕτη γὰρ οὐ φυσική ἐστιν οὐδὲ ὑπὸ τοῦ Δημιουργοῦ ἡμῖν ἐνσπαρεῖσα, ἀλλ᾽ ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου ἐπισπορᾶς ἐν τῇ ἡμετέρᾳ αὐτεξουσίῳ προαιρέσει ἑκουσίως συνισταμένη, οὐ βίᾳ ἡμῶν κρατοῦσα» (ΙΩ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Ἔκδοσις ἀκριβής… 64, ΕΠΕ 1, 394-396).
[6]. «Τοῦ διαβόλου ἐξ ἀπάτης ἐπισπείραντος τῇ λογικῇ φύσει τοῦ ἀνθρώπου, ἐν παραβάσει γενομένῃ, καὶ ἀπωσθείσῃ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ· ὥστε τὸν διάβολον καὶ νόμον ἁμαρτίας καταστήσασθαι ἐν τῇ φύσει τοῦ ἀνθρώπου, καὶ θάνατον βασιλεύοντα διὰ τοῦ ἔργου τῆς ἁμαρτίας» (Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Περὶ τῆς σωτηριώδους ἐπιφανείας τοῦ Χριστοῦ καὶ κατὰ Ἀπολλιναρίου Λόγος Β΄, PG 26, 1141Α).
[7]. «Ἐν ἀρχῇ γὰρ πλάσας ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, ἐποίησεν αὐτὸν φύσιν ἀναμάρτητον καὶ θέλησιν αὐτεξούσιον» (Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Ποικίλα ἀποσπάσματα, PG 26, 1249Α).
Δημοσιεύτηκε παραπάνω η απάντηση της ιστοσελίδας μας.